Δευτέρα 25 Μαρτίου 2024

Τι είναι εκείνο που μας κρατάει, τόσα χρόνια τώρα, όρθιους επάνω στα βράχια μας τα ποτισμένα με αίμα;

 †Μητροπολίτης Φλωρίνης Αὐγουστίνος

«Ἂς θυμηθοῦμε τὰ αἵματα καὶ τὸν ἄφθαστο ἡρωισμὸ ποὺ ἔδειξαν ἐκεῖ­νοι γιὰ νά ᾽χουμε ἐμεῖς σήμερα πατρίδα καὶ θρησκεία ἐλευθέρα…»


Δὲν πᾶμε καλά, ἀγαπητοί μου. Αὐτὸ τὸ λένε ὅλοι. Δὲν πᾶμε καλὰ κοινωνικῶς καὶ ἐ­θνικῶς. Ἀλλ᾽ ἐγὼ περιορίζομαι στὸ ἠθικὸ καὶ θρησκευτικὸ μέρος, καὶ θὰ πῶ ὅτι δὲν πᾶμε καλὰ ἠθικῶς καὶ θρησκευτικῶς.

Ζοῦμε σὲ ἐπο­χὴ δύσκολη. Δύσκολη ὄχι μόνο στὸ νὰ μπορέσῃ ὁ φτω­χὸς νὰ ἐξοικονομή­σῃ τὸ καρβέλι του. Εἶνε ἐ­ποχὴ ἀπεριγράπτου διαφθορᾶς, ἐποχὴ ποὺ διέπραξε τὰ μεγαλύτε­ρα ἐγκλήματα. Καὶ ἐνῷ χύθηκαν ποτάμια αἷμα, ἐν τούτοις δὲ βλέπεις μετάνοια. Ὁ κόσμος ἑ­τοιμάζεται γιὰ ἀκόμα με­γαλύτερα ἐγ­κλήματα. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν πιεῖ ἀπ᾽ τὸ κρασὶ τοῦ διαβόλου, μέθυσαν, ἔχουν ζαλιστῆ, οἱ καρδιὲς ἔ­χουν μαυρίσει. Νομίζεις ὅτι ὁ κόσμος ἔχει γίνει ἕνα ἀπέραντο θηριοτροφεῖο· αὐτὴ τὴν εἰ­κόνα παρουσιάζει ἀπὸ ἠθικῆς καὶ θρησκευτικῆς ἀπόψεως. Θέλει νὰ ζήσῃ χωρὶς τὸ Θεό, νὰ λατρέψῃ νέα εἴδωλα. Θεὸς τοῦ κόσμου δὲν εἶνε πιὰ ὁ ἐ­σταυρωμένος Λυτρωτής· εἶνε ὁ μαμωνᾶς – τὸ χρῆμα, ἡ δύναμις – τὰ ὅπλα, ἡ γνῶσις – ἡ ἐπιστήμη. Αὐτὰ ἀκοῦμε νὰ λένε.

Ἀλλ᾽ ἐμεῖς γνωρίζουμε, ὅτι πέρα ἀπ᾽ αὐτὰ τὰ ἐγκόσμια ἁπλώνεται ἕνας ἄλλος κόσμος, ἀ­όρατος· πάνω ἀπ᾽ αὐτὲς τὶς δυνάμεις ὑπάρχει μιὰ ἄλλη δύναμις, τῆς ὁποίας ἀκριβῶς τὸ με­γαλεῖο ψάλλει σήμερα ἡ ἁ­γία μας Ἐκκλησία. Ἡ δύναμις αὐτή, ποὺ νικᾷ κάθε ἄλλη ―τὸ πιστεύουμε ἀπολύτως―, εἶνε ἡ πίστις. Κι ὅταν λέμε πίστι, δὲν ἐννοοῦμε μιὰ ὁποιαδήποτε πίστι· ἐννοοῦμε τὴν πίστι τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, τὴν πίστι ποὺ μᾶς παρέδωσε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, τὴν πίστι τῶν ἁγίων πατέρων, ποὺ ἔχει φθάσει ἕως ἐμᾶς.

* * *

«Μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα», λέει ἕνας ὕμνος (ἀπολυτ. ἁγ. Θεοδ. Τήρ., 17 Φεβρ.). Ἐὰν κανεὶς θέλει νὰ δῇ ποιά εἶνε τὰ κατορθώματα τῆς πίστεως, ἂς ἀνοίξῃ τὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινὴ Δι­αθήκη, ἂς διαβάσῃ τοὺς βίους τῶν ἁγίων μαρ­τύρων καὶ τῶν ὁσίων. Θὰ δῇ ἀξιοθαύματα κατορθώματα. Οἱ ἄπιστοι τώρα τ᾽ ἀμφισβητοῦν, ἀλλὰ στὸ τέλος θ᾽ ἀναγκαστοῦν κι αὐτοὶ νὰ ὁ­μολογήσουν σὰν τὸ Θωμᾶ «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» (Ἰω. 20,28)· θὰ σκύψουν τὸ κεφάλι ταπει­νωμένοι μπρὸς στὸν Ἐσταυρωμένο καὶ στὴν Ὀρθόδοξο πίστι μας, καὶ θὰ ποῦν αὐτὸ ποὺ ἀ­κοῦμε σήμερα στὴ λιτανεία τῶν ἁγίων εἰκόνων· «Τίς Θεὸς μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν; σὺ εἶ ὁ Θεὸς ὁ ποιῶν θαυμάσια μόνος» (Ψαλμ. 76,14-15).

«Ἐπιλείψει με ὁ χρόνος διηγούμενον» (Ἑβρ. 11,32) τὰ κατορθώματα τῶν ἁγίων καὶ τῶν ἡρώων τῆς πίστεώς μας· δὲν ὑπάρχει χρόνος. Δὲν εἴ­μαστε ὅμως οὔτε ἐγὼ ἱκανός, μὲ δύναμι Χρυσοστόμου καὶ Βασιλείου, οὔτε σεῖς πρόθυμοι γιὰ μακρὲς διηγήσεις.

Τὸ πρῶτο παράδειγμα μεγάλης πίστεως εἶ­ναι ὁ Μωυσῆς· «Πίστει Μωυσῆς μέγας γενόμε­νος…» (Ἑβρ. 11,24). Ὡς ἀρχηγὸς τῶν Ἰσραηλιτῶν, ποὺ βασανίζονταν τετρακόσα χρόνια κάτω ἀ­πὸ τὴ σκλαβιὰ τοῦ φαραώ, ὡδήγησε τὸ λαό του στὴν ἐλευθερία. Ἀλλὰ ὁ φαραὼ τοὺς κατεδί­ωξε μὲ ὅπλα, ἅρματα καὶ ἱππικό. Ὁ ἄοπλος λαὸς βρέθηκε σὲ δεινὴ θέσι· μπροστά τους ἡ Ἐρυθρὰ θάλασσα, πίσω τους ὁ φαραώ. Ἀν­θρωπίνως δὲν ὑπῆρχε σωτηρία. Ἀλ­λὰ τότε φάνηκε ἡ δύ­ναμις τοῦ Θεοῦ. Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι – δικαίωμά τους· ἀλλὰ καὶ δικαίωμα ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν νὰ πιστεύ­ουμε. Τὴν ὥρα ποὺ οἱ Ἑ­βραῖοι ἦταν ἕτοιμοι νὰ παρα­δοθοῦν, ὁ Μωυ­σῆς ἀτρόμητος στέκει μπροστὰ στὴ θάλασσα, ὑψώνει τὸ ῥαβδί του πάνω ἀπ᾽ τὰ νερά, κάνει τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ –δυὸ χιλιάδες χρόνα προτοῦ ἀκόμα παρουσιασθῇ ὁ τίμιος σταυρός–, κάνει σημεῖο σταυροῦ καὶ –ὤ τοῦ θαύμα­τος– τὰ νερὰ σχίστηκαν, τραβήχτη­καν καὶ στάθηκαν δεξιὰ κι ἀριστερὰ σὰ νὰ ἦ­ταν πέτρινα! Φάνηκε ὁ πυθμένας, ἄνοιξε διάδρομος καὶ μέσ᾽ ἀπ᾽ αὐτὸν βάδισε ὅλος ὁ λαός, ἄντρες γυναῖκες παιδιά, μὲ τὸν Μωυσῆ. Πέρα­σαν ἀπέναντι «ἀβρόχοις ποσίν», χωρὶς νὰ βρέ­ξουν τὰ πόδια τους. Πίσω τους ἀκολου­θεῖ ὁ φα­ραὼ καὶ τοὺς καταδιώκει μὲ τὰ ἅρματά του. Ἀλλὰ τότε ὁ Μωυσῆς ὑψώνει πάλι τὸ ῥαβδί του, κάνει τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, τὰ νερὰ ἐ­πανέρχον­ται στὴ φυσική τους θέσι, κλείνουν καὶ θάβουν ὅλη ἐκείνη τὴ στρατιά (βλ. ἔ.ἀ. 11,29).

Καὶ μόνο ὁ Μωυσῆς; Κι ὁ διάδοχός του, ὁ Ἰ­ησοῦς τοῦ Ναυῆ, ὅταν βρέθηκε μπροστὰ σὲ ἰ­σχυρὴ εἰδωλολατρικὴ πόλι, τὴν Ἰεριχώ, ποὺ ἦ­ταν φρούριο, κάστρο ἄπαρτο, διὰ τῆς πίστεως τὴν κυρίευσε. Κατ᾽ ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ τὴν κύκλωσαν οἱ Ἰσραηλῖτες ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρες καὶ τὴν τελευταία φορὰ σάλπισαν· τότε τὰ τεί­χη ἔ­πεσαν καὶ ἔτσι τὴν κατέλαβαν (βλ. ἔ.ἀ. 11,30. Ἰησ. Ναυ. κεφ. 6ο). Ὅ­ταν κατόπιν νίκησε τοὺς Ἀμορραίους, ἐπει­δὴ τὴ νύχτα οἱ ἐχθροὶ θὰ διέφευγαν, χρεια­ζόταν χρόνος γιὰ νὰ ὁλοκληρωθῇ ἡ ἐπιχείρησις. Τότε ζήτησε ἀπὸ τὸν Κύριο κάτι πρωτάκουστο, ποὺ δείχνει τὴ μεγάλη του πίστι· ζήτησε νὰ παρατα­θῇ ἡ ἡμέρα ἐκείνη! «Στήτω ὁ ἥλιος», εἶ­πε (Ἰησ. Ναυ. 10,12). Καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἄκουσε κι ὁ ἥλιος στάθη­κε πράγματι, κ᾽ ἔτσι δόθηκε καιρὸς στοὺς Ἰσραηλῖτες νὰ τελειώσουν τὴν ἐκκαθάρισι.

Καὶ στὸν βίο τοῦ Δαυῒδ (βλ. Ἑβρ. 11,32) βλέπουμε, ὅτι εἶνε «μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα». Τί ἦ­ταν αὐτός; ἕνας μικρὸς βοσκός, ἕνα ἄσημο τσοπανόπουλο δεκαοχτὼ ἐτῶν. Καὶ ὅμως τόλμησε νὰ μονομαχήσῃ μὲ τὸν περιβόητο γίγαν­τα Γολιάθ, ποὺ ἦταν τετραπηχιαῖος, ἕνα βουνὸ ἀπὸ σάρκες καὶ κόκκαλα. Καὶ τὸν νίκησε· μὲ μιὰ σφεντόνα καὶ πέντε λιθάρια ἀπ᾽ τὸ ποτάμι τὸν ἔρριξε κάτω νεκρό (βλ. Α΄ Βασ. κεφ. 17ο).

«Μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα». Φαίνεται αὐτὸ καὶ στὸν βίο τοῦ προφήτου Δανιήλ· τὸν ἔρριξαν μέσα στὸ λάκκο καὶ διὰ τῆς πίστεως «ἔφραξε στόματα λεόντων» (Ἑβρ. 11,34).

Διαβάστε καὶ γιὰ τοὺς Τρεῖς Παῖδας, νὰ δῆ­τε ὅτι τοὺς ἔρριξαν μέσα στὸ φλογισμένο καμίνι καὶ αὐτοὶ μὲ τὴν προσευχή τους «ἔσβεσαν δύναμιν πυρός» (ἔ.ἀ.· βλ. Δαν. κεφ. 3ο-4ο). Ὄντως «μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα».

–Αὐτὰ εἶνε παλιά, παππούλη, θὰ μοῦ πῆτε· αὐτὰ ἔγιναν «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ»…

Ὄχι, ἀδελφοί μου. Ἡ πίστις μας δὲν παλιώ­νει· εἶνε βέβαια παλαιά, ἀλλὰ εἶνε καὶ νέα. Ὁ Χριστὸς ζῇ καὶ «βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων» (Ἀπ. 11,15). Ἐκεῖνα, ποὺ ἔγιναν στὰ παλιὰ τὰ χρόνια, γίνονται καὶ σήμερα, καὶ θὰ γίνωνται μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων.

Ὅταν ἡ πατρίδα μας ἦταν τετρα­κόσα χρόνια σκλαβωμένη στοὺς Τούρκους κι «ὅλα τἄ­σκιαζε ἡ φοβέρα καὶ τὰ πλάκωνε σκλαβιά», σᾶς ἐρωτῶ, τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ τὴν κράτησε ζων­τανή; Κι ἂν ἐμεῖς τὸ ἀρνηθοῦμε, θὰ τὸ φωνάξουν οἱ πέτρες, τὰ λαγκάδια καὶ τὰ μοναστήρια μας τὰ ρημαγμένα· τὴν κράτησε ἡ πίστις ἡ Ὀρθόδοξος. Ποιό ἦταν ἐκεῖνο ποὺ ἔ­κανε μιὰ φούχτα Ἑλλήνων χωρικῶν, σχεδὸν ἀόπλων, νὰ νικήσῃ μιὰ ἀπέραντη Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία; Ἡ πίστις! ἀπαντᾷ ἡ Ἱστορία. Καὶ τί εἶνε ἐκεῖνο πάλι ποὺ μᾶς κρατάει, τόσα χρόνια τώρα, ὀρθίους ἐπάνω στὰ βράχια μας τὰ ποτισμένα μὲ αἷμα; Ἡ πίστι μας, ἡ πίστι τῶν πατέρων μας, ἡ πίστι ἡ Ὀρθόδοξος. «Μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα».

* * *

Ἡ Ἀποκάλυψις λέει, ὅτι θά ᾽ρθουν χρόνοι ποὺ θ᾽ ἀνοίξῃ ἡ κόλασι καὶ θὰ βγοῦν θηρία λυσσασμένα καὶ ἁρπακτικά (θηρία ἐννοεῖ μεγάλα καὶ ἰσχυρὰ βασίλεια). Τὸ ἕνα θὰ μοιάζῃ μὲ λιοντάρι, τὸ ἄλλο μὲ ἀρκούδα, τὸ ἄλλο μὲ τίγρι καὶ λεοπάρδαλι, τὸ ἄλλο μὲ λύκο. Θὰ παρουσιασθοῦν στὴ σκηνὴ τοῦ κόσμου καὶ θ᾽ ἀρ­χίσῃ μάχη. Ποιό θὰ νικήσῃ; Ἄλλοι θὰ περιμένουν νὰ νικήσῃ τὸ ἕνα, ἄλλοι τὸ ἄλλο. Ἀλλ᾽ ὄ­χι. Ξαφνικὰ αὐτὰ ἐξαφανίζονται καὶ νικητὴς ὅλων ἀναδεικνύεται – ποιός; Τὸ ἀρνίον τὸ ἐ­σφαγμένον, ὁ Ἐσταυρωμένος (Ἀπ. 17,14).

Τὸ πιστεύω ἀκραδάντως· ἡ πίστις τῶν Ὀρθο­­δόξων θὰ νικήσῃ ἀπ᾽ ἄκρου εἰς ἄκρο τῆς γῆς. Οὔτε αἱρέσεις οὔτε σχίσματα οὔτε θρησκεῖες. Ἡ νίκη θὰ εἶνε τῶν ὀρθοδόξων, τοῦ ἐσφα­γμένου ἀρνίου, τῶν στρατευμάτων ποὺ ἔχουν ση­μαία τὸ σταυρό. Μὲ τὴν πίστι αὐτὴ ἂς ζήσουμε καὶ ἂς πεθάνουμε. Κι ὅταν ἔρθῃ ἡ τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς μας νὰ ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς ἐν τῇ πίστει τῇ ὀρθοδόξῳ· «Μνήσθητί μου, Κύ­ριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).


(Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου Φιλοπάππου – Ἀθηνῶν τὴν 3-3-1963).

ΠΗΓΗ tideon

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου