Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2025

Σκέψεις στήν εὐαγγελική περικοπή τῆς Κυριακῆς μετά τά Φῶτα πού ἀναφέρεται στόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ, τό μέγα Φῶς τοῦ κόσμου.

 

Ἡ εὐαγγελική περικοπή τῆς Κυριακῆς μετά τά Φῶτα (Ματθ. δ΄ 12-17) μᾶς ὁμιλεῖ γιά τήν ἀνατολή ἑνός φωτός. Γιά ἕνα φῶς πού ἦρθε. Πού ἀνέτειλε στόν κόσμο. Πού ἔλαμψε. Καί τό φῶς αὐτό ‒φῶς ὄχι αἰσθητό ἀλλά πνευματικό‒ εἶναι ὁ Χριστός.

Ὁ Κύριος ἔχει βαπτισθεῖ στόν ποταμό Ἰορδάνη ἀπό τόν φλογερό κήρυκα τῆς μετανοίας, τόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο. Αὐτόν πού εἶχε τήν τόλμη νά ἐλέγξει καί τόν ἴδιο ἀκόμη τόν βασιλιά Ἡρώδη. Γι᾿ αὐτό καί συνελήφθη καί ρίχθηκε στήν φυλακή. Ἡ εἴδηση διαδίδεται ἀστραπιαῖα. Τήν πληροφορεῖται στή Ναζαρέτ καί ὁ Κύριος. Καί τότε ἀποφασίζει νά ἀρχίσει τή δημόσια δράση Του. Ἐγκαθίσταται στήν Καπερναούμ, πόλη πολυάνθρωπη καί παραθαλάσσια, χτισμένη στίς ὄχθες τῆς λίμνης Γεννησαρέτ. Στήν Καπερναούμ ἡ ἀνάπτυξη τοῦ ἐμπορίου εἶχε ἀνοίξει τόν δρόμο σέ πολλούς ἀλλοεθνεῖς πού μετανάστευσαν ἐκεῖ. Ἀνάμεσά τους ἦταν καί οἱ φυλές Ζαβουλών καί Νεφθαλείμ, στίς ὁποῖες δέν ἀνῆκαν μόνον Ἰουδαῖοι ἀλλά καί ἐθνικοί, πού ἦταν εἰδωλολάτρες.

Ἡ προφητεία τοῦ προφήτου Ἡσαΐα ἐκπληρώνεται. «Ἡ Γαλιλαία καί οἱ λαοί πού τήν κατοικοῦσαν καί βρίσκονταν στά σκοτάδια τῆς εἰδωλολατρικῆς πλάνης εἶδαν φῶς μέγα. Οἱ ἄνθρωποι πού κάθονταν στή χώρα πού σκίαζε τό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας, πού ἔτρεμαν κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ θανάτου, σ᾿ αὐτούς ἀνέτειλε τό φῶς». Καί τό κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀρχίζει: «Μετανοεῖτε, διότι πλησίασε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν», ἀκριβῶς τά ἴδια τά λόγια τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, γιά νά βεβαιώσει μέ αὐτό ὅτι ὁ Ἰωάννης ἦταν ὁ Πρόδρομός Του, ἡ ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου Του.

Ἕνα γενικό καί διαρκές σκοτάδι ἐπικρατοῦσε στόν κόσμο ὅταν ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος. Δέν ἦταν φυσικό, αἰσθητό, ἀλλά πνευματικό. Δέν κυριαρχοῦσε στήν ἀτμόσφαιρα, ἀλλά στή ζωή καί τή συμπεριφορά τῶν ἀνθρώπων. Ὑπῆρχε πνευματικό σκοτάδι στίς σκέψεις, στίς διαθέσεις, στίς ἐπιθυμίες, στόν νοῦ καί στίς καρδιές, στίς πράξεις καί στίς ἐνέργειές τους. Ἦταν τό βαθύ σκοτάδι τῆς ἀδικίας, τῆς ἀνομίας καί τῆς ἁμαρτίας. Ἔλειπε ἡ δικαιοσύνη, ἡ τιμιότητα καί ἡ ἀγάπη. Ἔλειπε ἡ ὀρθή κατεύθυνση στήν πορεία τῆς ζωῆς. Εἶχε ἀτονήσει ὁ ἔλεγχος τῆς συνειδήσεως γιά παραβάσεις τῶν θείων ἐντολῶν. Ἐλπίδα καί αἰσιοδοξία δέν ὑπῆρχαν. Κατά τόν προφήτη Ἡσαΐα «ὁ λαός (ἦταν) καθήμενος ἐν σκότει». Ἐκεῖ ὅμως πού κυριαρχεῖ τό σκοτάδι, παραμονεύει ὁ θάνατος. Ὄχι τόσο ὁ σωματικός, ὅσο ὁ πνευματικός, πού εἶναι φοβερότερος. Γι᾿ αὐτό ὁ ἄνθρωπος τότε βρισκόταν «ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου» ( Ἠσ. 9, 1).

Στήν ἀνθρωπότητα ὑπῆρχαν πάντοτε κάποια φῶτα πνευματικά, πού ὁδηγοῦσαν τόν ἄνθρωπο σέ πιό σωστή συμπεριφορά καί πορεία στή ζωή. Ἦταν τά φῶτα τών διαφόρων σοφῶν καί φιλοσόφων. Τά φῶτα αὐτά ὅμως δέν εἶχαν τήν δύναμη νά ὁδηγήσουν τόν ἄνθρωπο μακριά ἀπό τήν ἀθλιότητα, νά τόν ἀπομακρύνουν καί νά τόν ἀποξενώσουν ἀπό τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες, ἀπό τήν φιλαυτία καί τίς ποικίλες μορφές τοῦ ἐγωϊσμοῦ. Ἕνας χριστιανός ποιητής (Γ.Βερίτης) εἶχε πεῖ γι᾿ αὐτά ὅτι «ἦταν φῶτα, χίλια φῶτα, μά δέν ἤτανε τό Φῶς».

Τό Φῶς πού «φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον» εἶναι ἕνα καί μοναδικό. Εἶναι ἐκεῖνο πού ὁδηγεῖ στήν ἀλήθεια καί στόν ἀληθινό Θεό. Ἐκεῖνο πού διώχνει τό σκοτάδι ἀπό τόν ἐσωτερικό κόσμο τοῦ ἀνθρώπου καί ἐξαφανίζει ἐκεῖνο τῆς πλάνης. Εἶναι ἐκεῖνο πού βοηθάει νά ἀντιληφθοῦμε τό ἀληθινό νόημα τῆς ζωῆς. Πού μᾶς πληροφορεῖ ἀπό πού ἐρχόμαστε καί ποῦ πηγαίνουμε. Πού δείχνει ποιός εἶναι ὁ προορισμός μας στή γῆ. Εἶναι ἐκεῖνο γιά τό ὁποῖο μίλησαν κάποιοι θεόσταλτοι ἄνθρωποι, μάλιστα πολλούς αἰῶνες πρίν ἀνατείλει.

Αὐτό τό φῶς ἄλλαξε καί ἐξακολουθεῖ νά ἀλλάζει συνεχῶς τόν κόσμο. Αὐτό εἶναι τό μόνο ἀληθινό καί αἰώνιο φῶς. Αὐτό τό φῶς εἶναι πού γευόμαστε μέσῳ τοῦ Εὐχαριστιακοῦ Δείπνου, κάθε φορά μέσα στή θεία Λειτουργία καί ὁμολογοῦμε λέγοντας «εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν πνεῦμα ἐπουράνιον, εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ, ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες».  

Φῶς, λοιπόν, φῶς πού ἀνέτειλε στόν κόσμο, εἶναι ὁ Χριστός μας. «Φῶς μέγα», ὅπως προεῖπε ὁ προφήτης Ἠσαΐας (9, 2).  «Φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν», καθώς τό προφήτευσε ὁ πρεσβύτης Συμεών (Λουκ. 2, 32). «Φῶς ἀληθινόν, ὅ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον», ὅπως ἔγραψε ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης (1, 9). «Φῶς τοῦ κόσμου», ὅπως χαρακτήρισε τόν ἑαυτό Του ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας.

Εἶναι τό ἄκτιστο καί ἄδυτο φῶς. Ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης. Τό «ἀπαύγασμα τῆς δόξης» τοῦ Πατρός (Ἑβρ. 1, 3). Εἶναι φῶς ὑπέρλαμπρο, πού καμμιά σκιά δέν μπορεῖ νά ἐπισκιάσει καί τίποτε νά ἀμαυρώσει. Εἶναι, ὅπως ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας, «Φῶς ἐκ Φωτός».

Ὡς φῶς ὁ Κύριος «ἔλαμψε τῷ κόσμῳ». Ἀνέτειλε πάνω στό πρόσωπο τῆς γῆς. Φωτίζει τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων καί δίνει νόημα στή ζωή μας. «Ἰδού δέδωκά σε...», εἶχε προφητεύσει πάλι ὁ Ἠσαΐας, «εἰς φῶς ἐθνῶν τοῦ εἶναί σε εἰς σωτηρίαν ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» (Ἠσ. 49, 6). Χωρίς τόν Χριστό παντοῦ βασιλεύει σκοτάδι· σκοτάδι πηχτό καί ἀνυπόφορο. Χωρίς τόν Χριστό ἡ γῆ μας μεταβάλλεται σέ κόλαση. Χωρίς τόν Χριστό ἡ ζωή μας γίνεται κατάρα καί συμφορά.

Φῶς, λοιπόν, ὁ Χριστός μας. Γι᾿ αὐτό μόνον Ἐκεῖνος μποροῦσε νά διακηρύττει μέ παρρησία: «Ἐγώ εἰμί τό φῶς τοῦ κόσμου». Ἄσχετα βέβαια ἄν οἱ ἄνθρωποι στήν πορεία τῆς ζωῆς προτιμοῦν «τό σκοτάδι τῆς πλάνης καί τῆς ἁμαρτίας καί ὄχι τό φῶς» (Ἰωάν. 3, 19). Εἶναι τραγική ἡ διαπίστωση πού κάνει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης. «Τό φῶς», παρατηρεῖ, «ἐλήλυθεν εἰς τόν κόσμον, καί ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τό σκότος ἤ τό φῶς· ἦν γάρ πονηρά αὐτῶν τά ἔργα» (3, 19). Τό φῶς ἔχει τήν ἰδιότητα νά φωτίζει καί νά ἀποκαλύπτει. Ἐκεῖνος, λοιπόν, πού τά ἔργα του, ἡ ζωή του εἶναι σκοτεινά, μισεῖ τό φῶς. Τό φοβᾶται. Τό ἀποφεύγει. «Πᾶς γάρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τό φῶς», συνεχίζει ὁ ἴδιος εὐαγγελιστής, «καί οὐκ ἔρχεται πρός τό φῶς, ἵνα μή ἐλεγχθῇ τά ἔργα αὐτοῦ» (3,20).

Σήμερα, περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη ἐποχή ὁ Χριστός, τό Φῶς τοῦ κόσμου, στοχοποιεῖται. Κάποιοι πού ἀγαποῦν τό σκοτάδι καί κρύβονται μέσα σ᾿ αὐτό, ἐπιθυμοῦν διακαῶς νά διώξουν μέ κάθε τρόπο αὐτό τό φῶς ἀπό τή ζωή μας. Νά τό σβήσουν, νά τό ἐξαφανίσουν, νά τό ἐξαλείψουν παντελῶς ἀπό προσώπου γῆς. Θέλουν νά διώξουν τό φῶς καί νά φέρουν τό σκοτάδι. Γι᾿ αὐτό πολεμοῦν μέ λύσσα καί μανία τόν Χριστό. Αὐτό βέβαια πάντα γινόταν, ἀλλά σήμερα γίνεται μέ πολύ πιό ἔντονο τρόπο καί ρυθμό ἀδιανόητο.

Ἐμεῖς ἄς προσευχόμαστε στόν Θεό νά φωτίζει τό σκοτάδι τοῦ νοῦ μας καί νά ἐξοκολουθοῦμε νά πιστεύουμε στό φῶς. Νά πιστεύουμε ἀκλόνητα στόν Χριστό, ἄν θέλουμε νά γίνουμε παιδιά τοῦ φωτός. Παιδιά Θεοῦ. «Πιστεύετε ‒μᾶς προτρέπει ὁ Κύριος‒ εἰς τό φῶς, ἵνα υἱοί φωτός γένησθε» (Ἰω. 12, 36). Καί νά ἀκολουθοῦμε τό φῶς. Τό φῶς τοῦ Χριστοῦ νά φωτίζει τά βήματά μας. Τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, ὁ λόγος καί ἡ ἀλήθειά Του, νά καταυγάζει τή ζωή μας. Νά διαλύει τά ποικίλα σκοτάδια πού μᾶς κυκλώνουν καθημερινά. Αὐτό ἀκριβῶς μᾶς ὑποδεικνύει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ὡς τέκνα φωτός περιπατεῖτε» (Ἐφέσ. 5, 8).

Καθώς ἔχουμε εἰσέλθει σ᾿ ἕναν καινούργιο χρόνο, ἄς ἔχουμε πάντοτε τήν σκέψη μας ‒ἰδιαίτερα μάλιστα τά παιδιά καί οἱ νέοι μας‒ ὅτι, ὅπου ἐπικρατεῖ τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, ἡ χάρη καί ἡ ἀλήθειά Του, γίνοντα ὅλα φωτεινά, αἰσιόδοξα καί ἐλπιδοφόρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου