Ἡ
γιορτὴ τῆς Παναγίας μας, τῆς μεγάλης μάνας τῶν Χριστιανῶν, γεμίζει συγκίνηση εἰλικρινῆ
τους Ἕλληνες. Συγκίνηση ἰδίως στὰ δεινὰ ποὺ βρίσκουν τὴν Πατρίδα μας καὶ τὴν Ἐκκλησία
μας, γιατί μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ἔχουμε κάποια ποὺ πάντοτε μᾶς ἀγαπᾶ, πάντοτε μᾶς
θυμᾶται, πάντα μᾶς τιμᾶ μὲ τὴν πρεσβεία της, καὶ ἂς μὴν τὴν ἀξίζουμε ἐμεῖς.
Αὐτὴ
εἶναι ἡ Παναγία μας, ἡ προσωποποίηση τῆς ἄνευ ὅρων ἀγάπης, ποὺ ὅμως φαίνεται πιὸ
προσιτὴ ἀπὸ τὴν ἄνευ ὅρων ἀγάπη τοῦ Ἐσταυρωμένου Υἱοῦ της, πιὸ προσιτὴ καὶ ἀπὸ
τὴν ἄνευ ὅρων ἀγάπη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Γιατί ἡ ἄνευ ὅρων ἀγάπη τῆς Παναγίας εἶναι
ἀνακατεμμένη μὲ τὴν μητρικὴ ἀγάπη τόσο, ποὺ δὲν ξεχωρίζουν πιά. Εἶναι ἀγάπη ποὺ
ἔχει γιὰ πηγὴ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἦταν σὰν ἐμᾶς, μόνο ξένος πρὸς τὴν ἁμαρτία σχεδὸν
ὁλοκληρωτικά.
Ἔτσι, ἡ Παναγία στέκεται πιὸ κοντὰ μᾶς ἀπ’ τὸν ὑπόλοιπο Οὐρανό. Εἶναι ἡ πιὸ οἰκεία μορφὴ στὸ τέμπλο γιὰ νὰ ἀφήσουμε τὴ ματιά μας, ὅταν οἱ ἀνθρώπινες ἔγνοιες καὶ σκοτοῦρες μᾶς τυραννοῦν τὴν ψυχὴ τόσο, ποὺ ντρεπόμαστε νὰ ζητήσουμε παρηγοριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Τὴν ἄπειρη κατανόηση τῆς Παναγίας, σπανίως τὴν ντρεπόμαστε. Σὲ Ἐκείνη, πιὸ εὔκολα ἐναποθέτουμε τὴν πτώση καὶ τὴν...ἀπόγνωσή μας. Ἡ Παναγία δὲν κρίνει, μόνο παρηγορεῖ. Ἔτσι πῆραν κάποιες ἀπ’ τὶς εἰκόνες τῆς τὴν προσωνυμία, Παναγία ἡ Παραμυθία.
Ὁλόκληρη
ἄνθρωπος, ὅμως καὶ ὁλόκληρη στὸν Οὐρανό. Ἡ Παναγία εἶναι ἡ γέφυρα ποὺ ἕνωσε τὴν
ἀνθρώπινη φύση μὲ τὸν Παντοδύναμο Θεό, προσφέροντας τὸ σῶμα της γιὰ νὰ γίνει
κατοικητήριο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου. Τὴ χαιρετίζουμε, ὡς «γέφυρα μετάγουσα
τοὺς ἐκ γὴς πρὸς οὐρανόν». Γιατί μέσα ἀπὸ τὴν κυοφορία καὶ γέννηση τοῦ
Θεανθρώπου, γίναμε καὶ ἐμεῖς μέτοχοι τῶν ἐπουρανίων δωρεῶν. Μέσα ἀπὸ τὴν
πρεσβεία της, μπορεῖ καὶ ἡ δική μας ταπεινὴ αἴτηση νὰ φθάσει μπροστὰ στὸ θρόνο
τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Παναγία, σύμφωνα μὲ τοὺς Πατέρες, εἶναι καὶ ἐκείνη
ποὺ προεικονίζεται στὸ ὅραμα τῆς Κλίμακος ποὺ εἶχε ὁ Ἰακώβ, ὅταν εἶδε μία σκάλα
νὰ ἑνώνει τὴ γῆ μὲ τὸν οὐρανὸ καὶ ἀγγέλους νὰ ἀνεβοκατεβαίνουν. Τὴν
χαιρετίζουμε, ὡς «κλίμακα ἐπουράνιο δὶ’ ἢς κατέβη ὁ Θεός». Αὐτὴ ἡ παρουσία τῆς
Παναγίας στὸ μεταίχμιο ἀνάμεσα στὴ γῆ μας καὶ τὸν κόσμο τῶν οὐρανῶν, μπορεῖ νὰ
γίνεται αἰτία τῆς μεγάλης ἀγάπης τῶν πιστῶν στὸ πρόσωπό της.
Ἡ
ἕνωση μὲ τὸν κόσμο ποὺ ὑπάρχει πέρα ἀπὸ τὴ φθορὰ καὶ τὸ θάνατο τοῦ «κόσμου
τούτου» εἶναι στ’ ἀλήθεια ἡ λύτρωση, ἡ σωτηρία ποὺ ἐπιδιώκουμε μέσα ἀπὸ τὸν ἀγώνα
μας. Ἡ ἕνωση ὅμως, δὲν περιορίζεται στὸ πνεῦμα τοῦ καθενὸς ἀπὸ ἐμᾶς, ἀλλὰ ὑπάρχει
καὶ ἀνάμεσά μας. Ὁ Χριστὸς ἑνώνει τοὺς πιστούς, γεφυρώνει καὶ ἐκεῖνος τὰ
χάσματα ἀνάμεσά μας καὶ μᾶς καθιστὰ ἑνιαῖο καὶ ἀδιάσπαστο σύνολο. Σκοπὸς τῆς
πνευματικῆς ζωῆς, ἐπίτευξη τῆς ἀγάπης στὸν πλησίον, εἶναι νὰ νιώθουμε τοὺς ἄλλους
σὰν κομμάτια τοῦ ἑαυτοῦ μας. Στὴν Ἐκκλησία θὰ βροῦμε αὐτὴ τὴν ἑνότητα, τὴν
μοναδικὴ ἀληθινὴ ἑνότητα ἀνάμεσα σὲ ἀνθρώπους, ποὺ πηγαίνει πέρα ἀπὸ τὴν ἁπλὴ ἀνοχὴ
ἢ τὴν κοσμικὴ ἀλληλεγγύη. Ὑπάρχουμε ὄχι σὰ σύνολο ἀνθρώπων ποὺ συνυπάρχει εἰρηνικά,
ἀλλὰ σὰν ἕνα σῶμα ποὺ τὸ ἐνώνει ὁ Χριστός. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία καλεῖται «σῶμα
Χριστοῦ».
Μέσα
στὴν Ἐκκλησία, καλούμαστε καὶ οἱ ἴδιοι νὰ γίνουμε «γέφυρα». Πρόκειται γιὰ τὴν «ἱερατικὴ»
ἰδιότητα τοῦ ἀνθρώπου, καὶ τοῦ κάθε πιστοῦ: ὁ Θεὸς δημιουργώντας τὸν κόσμο, ἔθεσε
τὸν ἄνθρωπο ὡς βασιλέα ὁ ὁποῖος θὰ ἄρχει τῶν ὑπόλοιπων ὄντων. Τοῦ ἔδωσε ἐπίσης
τὴν ἁρμοδιότητα νὰ προσφέρει τὴν κτίση πίσω στὸν Κτίστη, μέσα ἀπὸ τὴ δοξολογία
καὶ εὐχαριστία στὸν Θεὸ γιὰ τὶς δωρεές του καὶ τὴ σοφία του.
Ὁ
Ἅγιος Νεκτάριος, ἐξηγεῖ ὅτι ὁ ἄνθρωπος «πλάσθηκε ὥστε ἡ δημιουργηθεῖσα κτίση νὰ
ὑμνεῖ διὰ τοῦ ἀνθρώπου συνειδητὰ τὸν θεῖο Δημιουργό της». Ὁ ἄνθρωπος, ἐπιλέγοντας
τὴν παρακοὴ καὶ τὴν πτώση, ἔχασε τὴ δυνατότητα νὰ λατρεύει τὸν Θεὸ καὶ νὰ τοῦ
προσφέρει τὴν κτίση. Ὁ ἄνθρωπος ἐν Χριστῷ, ξαναβρίσκει αὐτὴ τὴν πρώτη
δυνατότητα, καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ἀποκτᾶ τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴν δοξολογία
τοῦ ὀνόματός του. Μέσα ἀπὸ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ «ἐν πνεύματι καὶ
ἀληθεία», ἐξασκοῦμε τὴν «ἱερατική» μας ἰδιότητα. Λειτουργοῦμε ἔτσι σὰν γέφυρα ἀνάμεσα
στὸν κόσμο τῆς φθορᾶς, τὸ κτίσμα, καὶ τὸν Κτίστη, τὸν ἄφθαρτο καὶ αἰώνιο
Θεό.
Γιὰ
ὅλες αὐτὲς τὶς ὄμορφες καὶ ἀσύλληπτες πλευρὲς τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, χρωστοῦμε ἄπειρη
εὐγνωμοσύνη στὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, Ἐκείνη ποὺ ἔγινε πρώτη γέφυρα ἀνάμεσα στὴ γῆ
καὶ τὸν οὐρανό, ὥστε δὶ’ αὐτῆς νὰ περάσουμε κατόπιν κι ἐμεῖς σὲ ἕναν οὐράνιο
τρόπο ὕπαρξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου