Από τους χρόνους της αρχαιότητας η βασκανία συνδέθηκε και μ’ αυτό που
σήμερα αποκαλούμε «μάτιασμα». Σήμερα μάλιστα όταν ακούμε τη λέξη βασκανία
αμέσως εννοούμε μόνον το μάτιασμα και τίποτε άλλο.
Πρόκειται για μια παλιά πρόληψη και δεισιδαιμονία ότι ο κακός με το βλέμμα του και μόνο μπορεί να βλάψει τον φθονούμενο. Αυτό φυσικά δεν είναι σωστό, και η Εκκλησία μας δεν το παραδέχεται. Βεβαίως η Εκκλησία έχει ευχές που κάνουν λόγο για «βάσκανον οφθαλμόν». Οι αναφορές αυτές εξηγούνται εύκολα, χρειάζεται όμως μια προσοχή, για να μην υπάρξουν παρανοήσεις.
Η φράση «βάσκανος οφθαλμός» προέρχεται από την Αγία Γραφή και σημαίνει τον φθονερό άνθρωπο, τον κακό, τον ανελεήμονα, τον άσπλαχνο, ενώ το αντίθετο, «καλό μάτι», σημαίνει τον καλόν άνθρωπο, τον εύσπλαχνο, τον ψυχόπονο. Ας μη ξεχνάμε ότι στα αρχαία ελληνικά το μάτι λέγεται και όψις, και ότι στην Αγία Γραφή «μάτι» και «όψις» και «οφθαλμός» και «είδος» λέγεται και η εμφάνιση του ανθρώπου, το παρουσιαστικό του, και ο όλος άνθρωπος.
Κατ’ αρχάς εννοείται ότι, ο φθονερός άνθρωπος όταν δει το θύμα του και το φθονήσει, αυτό είναι η ρίζα του κακού που μπορεί να ακολουθήσει. Επομένως αυτή η φθονερή ματιά, είναι από όλους ανεπιθύμητη. Στην συνέχεια η φράση «βάσκανος οφθαλμός» επεκτάθηκε στους ανθρώπους που σαν υποχείρια του σατανά ασχολούνται με μαγείες, μαντείες, ξόρκια και όλα τα σχετικά.
Έτσι λοιπόν ξεκαθαρίζονται τα πράγματα πως η Εκκλησία μας από τη μια δεν παραδέχεται το μάτιασμα και από την άλλη αναφέρεται στις ευχές της εναντίον της βασκανίας. Δεν πρόκειται για αντίφαση, αλλά για διαχωρισμό δυο διαφορετικών πραγμάτων. Σε αντίφαση και σύγχυση βρίσκονται όσοι λεγόμενοι Χριστιανοί από τη μια κάνουν το σταυρό τους και από την άλλη τρέχουν σε ξόρκια και μάγια. Βασκανία εννοεί η Εκκλησία τον φθόνο και το κακό που κάνουν κάποιοι κινούμενοι από φθόνο· το κακό αυτό μπορεί να είναι μία βλαπτική πράξη ή μία συκοφαντία ή μία κατάρα ή μία δαιμονική ενέργεια ή επίδραση.
Η Εκκλησία δεν
δέχεται ότι η απλή ματιά ενός ανθρώπου μπορεί από απόσταση να προκαλέσει με
μαγικό τρόπο κακό σε κάποιον άλλο. Είναι απαράδεκτες για ανθρώπους της Εκκλησίας
οι προλήψεις και δεισιδαιμονίες ότι κάποιος είναι βάσκανος, μόνο και μόνο
επειδή γεννήθηκε την τάδε μέρα ή επειδή έχει στο πρόσωπο του κάποια ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά, ή ότι κάποιος είναι ιδιαίτερα επιρρεπής στη βασκανία (ότι
δηλαδή «ματιάζεται» εύκολα), ή ότι μπορεί να αισθανθεί άσχημα και αδιάθετος,
επειδή τάχα κάποιος τον «μάτιασε», και άλλες τέτοιες αηδίες
Δεν θα κάνουμε επομένως καμιά αναφορά στο λεγόμενο «ξεμάτιασμα», που
γίνεται από λαϊκούς ανθρώπους (όπως επικλήσεις, χειρονομίες, χάνδρες κλπ.), οι
οποίοι εμπειρικώς τα μαθαίνουν από άλλους και εμπειρικά τα εφαρμόζουν και
κανείς δεν γνωρίζει το «πώς» και το «γιατί», αφού είναι σκοτεινή και άδηλη και
ανεξερεύνητη η προέλευση αυτού του «ξεματιάσματος». Και δεν έχει σχέση με τη
διδασκαλία της Εκκλησίας και προφανώς προέρχεται από λαϊκές και παλιές
ειδωλολατρικές δοξασίες και πρακτικές ακαθόριστες, γι’ αυτό και είναι
απαράδεκτες ανάμεσα στους πιστούς και δεν τιμούν τη σύγχρονη «προοδευτική»
εποχή μας. Είναι εκδηλώσεις άγνοιας και απιστίας και παγανισμού.
Η Εκκλησία θέλοντας να βοηθήσει τα μέλη της συμπεριφέρεται με πολλή
συγκατάβαση και περιέλαβε στις ευχές της τις σχετικές με τη βασκανία λέξεις,
αλλά τους έδωσε το σωστό νόημα. Δυστυχώς πολλές φορές παρατηρείται η εσφαλμένη
λαϊκή δοξασία να επικρατεί, να επιβάλλεται και σιγά-σιγά να αλλοιώνει τη γνήσια
ορθόδοξη διδασκαλία, σε σημείο άλλα να λέμε και άλλα να καταλαβαίνουμε.
Η Εκκλησία τη βασκανία με την έννοια της εξ αποστάσεως φθοροποιού μαγικής
επιδράσεως μόνο με το βλέμμα (που μπορεί καμιά φορά να συνοδεύεται και από
κάποιο λόγον ή ενδόμυχη σκέψη θαυμασμού ή φθόνου) τη θεωρεί, δεισιδαιμονία. Οι
εκκλησιαστικοί συγγράφεις και οι πατέρες της Εκκλησίας δεν αρνούνται την
πραγματική βασκανία, δηλαδή τον φθόνο και τις βλαπτικές ενέργειες που
εκπορεύονται από αυτόν. Ειδικά μάλιστα τις περιπτώσεις βασκανίας που δεν έχουν
εμφανή τη προέλευσή τους τις αποδίδουν στην επήρεια του πονηρού. Γενικά θεωρούν
τη βασκανία ως έργο του διαβόλου και πράξη φθόνου. Ο Μέγας Βασίλειος έγραψε και
λόγο «περί φθόνου και βασκανίας». Η Εκκλησία συνέθεσε και ειδική ευχή κατά της
βασκανίας, με την έννοια του φθόνου.
Με όσα αναφέραμε και εξηγήσαμε μέχρι εδώ ξεκαθαρίζεται το θέμα της
βασκανίας από ορθόδοξη άποψη. Επίσης εξηγούνται και εκφράσεις όπως «η βασκανία
σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να αποβεί θανατηφόρος», δεν εννοείται ότι
κάποιος μπορεί με το βλέμμα του να σκοτώσει έναν άλλο (αυτό είναι ανόητη,
μαγική, ειδωλολατρική και αντιχριστιανική αντίληψη), διότι τότε θα είχαν
φονευθεί οι μισοί άνθρωποι της γης χωρίς πολέμους και εγκλήματα και φονικά
όπλα, αλλά εννοείται ότι αυτός που φθονεί και μισεί τον συνάνθρωπό του σε
μερικές περιπτώσεις είναι δυνατόν να τον εξοντώσει και σωματικά. Σχεδόν πάντοτε
ο φθονερός προσπαθεί να εξοντώσει το θύμα του ηθικά-ψυχικά, γι’ αυτό ο κατ’
εξοχήν βάσκανος και φθονερός διάβολος ονομάζεται και ανθρωποκτόνος και
μισάνθρωπος.
Μέσα προστασίας
Όσοι άνθρωποι αισθανθούν οι ίδιοι ή κάποιος δικός τους την επήρεια της
βασκανίας, πρέπει να τρέχουν στον πνευματικό ιερέα να τους σταυρώσει με τον σταυρό, που έχει μεγάλη δύναμη κατά των πονηρών πνευμάτων, και να τους διαβάσει
την ειδική ευχή κατά της βασκανίας.
Πολλοί άνθρωποι επινόησαν κατά της βασκανίας διάφορα μέσα, όπως τα φυλαχτά,
για να τα φοράνε όσοι βασκαίνονται. Η Εκκλησία προσπαθώντας να προφυλάξει τα
μέλη της από κάθε πλάνη δεν επιτρέπει στους Χριστιανούς να χρησιμοποιούν αυτά
τα φυλαχτά (χάντρες, φύλλα, λουλούδια, εκκλησιαστικά αντικείμενα και λοιπά),
γιατί όλα αυτά προϋποθέτουν μια μαγική αντίληψη λειτουργίας και προστασίας,
τελείως αντιχριστιανική. Επίσης απαγορεύεται να χρησιμοποιούνται διάφορα
«εξορκιστικά» λόγια κατά του «ματιάσματος» από άντρες ή γυναίκες, γιατί όλα αυτά
τα «λαϊκά» μέσα και οι σχετικές αντιλήψεις και δεισιδαιμονίες είναι είδος
μαγείας και παγανισμού, όπως αναφέρει και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στο
βιβλίο του «Χρηστοήθεια των Χριστιανών». Κάθε άλλο πέρα από τις ευχές της
Εκκλησίας αποτελεί άρνηση της πίστεως· κάθε άλλο «ξόρκι» απομακρύνει από τον
άνθρωπο τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και τον αφήνει ανίσχυρο μπροστά στις
«μεθοδείες του πονηρού». Όποιος χρησιμοποιεί «ξόρκια» και «φυλαχτά» και
«χαϊμαλιά» είτε για τον εαυτό του είτε για δικούς του ανθρώπους, πρέπει να
ξέρει ότι έτσι μολύνει το βάπτισμά του, δείχνει απιστία και ασέβεια προς τον Θεό, και επομένως αντί να προστατεύεται από το κακό, παραδίδει τον εαυτό του σε
μισάνθρωπες επιρροές.
Υπάρχουν βέβαια τα χριστιανικά φυλαχτά της Εκκλησίας, τα οποία μπορούν και
πρέπει να μεταχειρίζονται οι πιστοί. Πολύ αποτελεσματικό φυλαχτό είναι ο
σταυρός, που πρέπει να φοράνε όλοι οι Χριστιανοί, γιατί οι δαίμονες φοβούνται
τη δύναμή του, γιατί είναι το φυλακτήριο όλου του κόσμου.
Υπάρχουν βέβαια και άλλα μέσα της πίστεως μας, με τα οποία επικαλούμαστε τη δύναμη του μεγάλου Θεού και μπορούμε να αποτρέψουμε κάθε κακό. Πρέπει όμως να έχουμε υπόψη μας ότι κανένα αγιαστικό μέσο της Εκκλησίας δεν μας βοηθά χωρίς μία απαραίτητη προϋπόθεση, την πίστη. Πρέπει να έχουμε πίστη σταθερή και ακλόνητη και χωρίς αμφιβολίες στον Κύριο μας Ιησού Χριστό και στη διδασκαλία του. Και αυτή η πίστη μεταφράζεται σε έργα, τα οποία είναι η πίστη στα θεόπνευστα λόγια της Αγίας Γραφής· το να εφαρμόζουμε και να ακολουθούμε τις εντολές του Θεού στη ζωή μας, το να εκκλησιαζόμαστε τακτικά, η θερμή προσευχή, να εξομολογούμαστε συχνά, και να κοινωνούμε. Τότε βεβαίως κανένα κακό, καμία επιβουλή, καμία βασκανία δεν μπορεί να μας βλάψει, και κυρίως δεν μπορεί να μας απομακρύνει από την πίστη και από τη σωτηρία της ψυχής μας.
Με την προσευχή επικοινωνούμε με τον Θεό. Με την εξομολόγηση απαλλασσόμαστε από τις αμαρτίες μας, οι οποίες είναι βάρος στη ψυχή μας και τείχος που εμποδίζει τη χάρη του Θεού να μας αγιάσει και να μας προστατέψει. Με τη θεία κοινωνία ενωνόμαστε με τον ίδιο τον Θεό και γινόμαστε και εμείς «θεοί κατά χάριν». Αυτά είναι τα κυριότερα αγιαστικά μέσα και φυλαχτά που με πολλή αγάπη προσφέρει η μητέρα Εκκλησία σε κάθε παιδί της, πιστό μέλος της. Από αυτά ξεκινώντας και με τις συμβουλές πάντοτε του πνευματικού μας πρέπει να χρησιμοποιούμε και τα υπόλοιπα, το σημείο του Σταυρού, τις ευχές από τον ιερέα, τον μικρό και τον μεγάλο αγιασμό και λοιπά.
Προσοχή λοιπόν και μακριά από κάθε τι που δεν είναι
εκκλησιαστικό μέσο αγιασμού· προσοχή και από κάποια φυλαχτά που ορισμένοι
επιτήδειοι παρουσιάζουν ως «της εκκλησίας», με σακουλάκια, φυλλαράκια, ξόρκια,
χαρτάκια, ψωμάκια, πανάκια και τα όμοια, διότι έτσι ξεγελούν τους απλούστερους
και εκμεταλλεύονται το θρησκευτικό συναίσθημα και την ανασφάλεια πολλών, με σκοπό
τη βεβήλωση της πίστης και τον προσπορισμό εύκολου πλουτισμού.
(Β.Σ.Βασιλοπούλου, «Η βασκανία στη ζωή μας», εκδ. «Αποκάλυψις» 2003-
αποσπάσματα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου