Κωνσταντίνος Βαθιώτης
Εξαιρετικά διδακτικό όσο και επίκαιρο
για την κατασκευή εχθρών εκ μέρους της “συμπαγούς πλειοψηφίας” είναι το
θεατρικό έργο του Ερρίκου Ίψεν “Ένας εχθρός του λαού” (μτφ.: Θ. Α.
Παπαδημητρόπουλου, επιμ. Ή. Ρ. Αποστολίδης, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2016).
Σε μια πόλη που ανθεί οικονομικά χάρη στα Λουτρά της (είναι οι ζωτικοί της πνεύμονες που έφεραν λεφτά στον λαό, αύξησαν την αξία της γης και μείωσαν την ανεργία), ένας “ειδικός” της ιατρικής επιστήμης, ο Τόμας Στόκμανν κάνει μια ζοφερή ανακάλυψη:
Αυτά τα Λουτρά, που συστήνονταν
ένθερμα σε αρρώστους όσο και σε υγιείς, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια “κόλαση
πανούκλας”, «ένας τάφος απέξω ασπρισμένος, μα μέσα σκέτο δηλητήριο […],
επικίνδυνος για την υγεία όσο δεν παίρνει άλλο» (σελ. 76/77). «Όλο το
σκουπιδαριό ψηλά στην κοιλάδα των Μύλων,.. ό,τι ζέχνει τόσο αηδιαστικά
κειπέρα,.. μολύνει το νερό μες στους αγωγούς, κ’ η ίδια καταραμένη, φαρμακερή
βρομιά χύνεται κάτω στην ακτή….» (σελ. 77).
Στην ανακάλυψη αυτή οδηγήθηκε ο
Στόκμανν όταν αποφάσισε να εξετάσει το νερό των Λουτρών όσο καλύτερα μπορούσε
μετά την εμφάνιση περίεργων κρουσμάτων σε λουομένους, ειδικότερα κρουσμάτων
τύφου και γαστρικού πυρετού. Έστειλε δείγματα πόσιμου και θαλασσινού νερού στο
Πανεπιστήμιο για να κάνει ακριβή ανάλυση ένας χημικός. Η ανάλυση έδειξε ότι το
νερό είναι άκρως βλαβερό για την υγεία «κι όταν το πίνης, και για εξωτερική
χρήση», διότι περιέχει πλήθος εγχυματικών μολυσματικών οργανισμών (σελ. 77).
Για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα, θα πρέπει να ξηλωθεί ολόκληρο το δίκτυο των
αγωγών και να μεταφερθεί σε ψηλότερη θέση.
Αφού πήρε στα χέρια του την χημική
ανάλυση, ο γιατρός έγραψε μια τετρασέλιδη αναφορά για τον δήμαρχο, που ήταν ο
αδελφός του Πέτερ, και για το διοικητικό συμβούλιο. Δυστυχώς, όμως, η ανακάλυψη
του Στόκμανν δεν άρεσε καθόλου ούτε στον δήμαρχο ούτε στην “σπείρα των
γραφειοκρατών” που χειριζόταν τις δημοτικές υποθέσεις, και φυσικά στα “παλιά
γνωστά τζάκια της πόλης” που έκαναν γενικώς κουμάντο. Ακολουθεί συνάντηση του
δημάρχου με τον Στόκμανν, κατά την οποία ο πρώτος επιχειρεί να πείσει τον
δεύτερο ότι η δημοσιοποίηση της ζοφερής ανακάλυψης, το λουκέτο στα λουτρά και
οι πολυδάπανες και χρονοβόρες εργασίες για την διόρθωση του προβλήματος θα
φέρουν την καταστροφή στην οικονομία της πόλης. Ως εκ τούτου, “για το κοινό
συμφέρον” ο δήμαρχος ζητά από τον Στόκμανν να μην καταθέσει την αναφορά του
στην Διοίκηση των Λουτρών και να φροντίσει ώστε να μη φθάσει η παραμικρή λέξη
στον κόσμο για την μοιραία κατάσταση. Και επειδή ο Στόκμανν ήδη έχει ενημερώσει
τρίτους και ειδικότερα δημοσιογράφους της εφημερίδας “Αγγελιαφόρος του λαού”, ο
δήμαρχος καλεί τον Στόκμανν να επικαλεσθεί δήθεν νεότερες έρευνες που
διαψεύδουν την σοβαρότητα της κατάστασης των Λουτρών και να εκφράσει δημόσια
την εμπιστοσύνη του στο διοικητικό συμβούλιο.
Καθώς ο Στόκμανν πάει να αντιδράσει
λέγοντας ότι «ως γιατρός, ως άνθρωπος της Επιστήμης, δεν έχει το δικαίωμα να…»
(προφανώς: να αποκρύψει την αλήθεια για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα υγείας), ο
δήμαρχος τον διακόπτει, επισημαίνοντάς του ότι «για την περίπτωση με την οποίαν
ασχολούμαστε δεν τίθεται μονάχα ζήτημα Επιστήμης· είναι πιο περίπλοκη, πιο
σύνθετη· έχει και τεχνικές, καθώς και οικονομικές παραμέτρους» (σελ. 107).
Ο Στόκμανν, όμως, είναι αμετακίνητος
και ενημερώνει τον δήμαρχο ότι θα υπερασπιστεί την αλήθεια, αποδεικνύοντας ότι
έχει δίκιο. Τότε ο αδελφός του τον φέρνει αντιμέτωπο με την προοπτική της
απόλυσης, δηλ. την αποπομπή του από την θέση του ιατρού των Λουτρών (σελ. 108).
Στο σημείο αυτό εκτυλίσσεται ένας
διάλογος ανάμεσα στα δύο αδέλφια που είναι αντιπροσωπευτικός του τρόπου με τον
οποίο σκέφτονται και ενεργούν οι ισχυροί μιας κοινωνίας που ηγούνται της
“συμπαγούς πλειοψηφίας”: Ενώ ο γιατρός θέλει το καλό της πόλης όντας
αποφασισμένος να «ξεσκεπάσει τις ελλείψεις που, αργά ή γρήγορα, θα βγούνε στο
φως», ο δήμαρχος αντιστρέφει την λογική των πραγμάτων, αποδίδοντας στον αδελφό
του την εξής μομφή: «Ένας που υπαινίσσεται τέτοια βαριά πράγματα για την πόλη
του, πρέπει νάναι εχθρός της κοινωνίας».
Στο άκουσμα αυτής της μομφής, ο
γιατρός, που στην πραγματικότητα, βεβαίως, είναι φίλος της κοινωνίας (σελ. 121)
νιώθει βαθιά προσβεβλημένος και αδικημένος. Η σύζυγός του προσπαθεί να τον
ηρεμήσει αρθρώνοντας την φωνή της λογικής: «Σε τι θα σ’ ωφελήση το δίκιο, αν
δεν έχης τη δύναμη και την εξουσία;» (σελ. 110). Ακολούθως, ο Στόκμανν
αναρωτιέται: «Οπότε, σε μιαν ελεύθερη κοινωνία, δε βοηθάει νάχης το δίκιο με το
μέρος σου;» (σελ. 111). Η κυρία Στόκμανν προσπαθεί να πείσει τον γιατρό να
υπακούσει στον αδελφό του, αναδεικνύοντας την τραγική σύγκρουση καθηκόντων που
προκλήθηκε από την απειλή της απόλυσής του:
Αν πει την αλήθεια, θα έχει πράξει το
καθήκον του έναντι του κοινού. Αν πει ψέματα, θα έχει εκπληρώσει το καθήκον του
απέναντι σε εκείνους που εξαρτώνται από αυτόν, δηλ. την οικογένειά του (σελ.
111).
Αυτή η σύγκρουση καθηκόντων
αποτυπώνεται εύγλωττα στην φράση που χρησιμοποιεί ο Στόκμανν μιλώντας με τον
Μπίλλινγκ, συνεργάτη της εφημερίδας “Αγγελιαφόρος του λαού”: «Απαίτησαν από
μένα να βάλω το προσωπικό μου συμφέρον πάνω από τις βαθύτερες κ’ ιερώτερες
πεποιθήσεις μου…» (σελ. 119). Κι όπως αναρωτιέται ο γιατρός λίγο αργότερα, όταν
μαλώνει με την σύζυγό του, που προσπαθεί εκ νέου να τον επηρεάσει μέσα στα
γραφεία της εφημερίδας: «Όποιος άντρας έχει γυναίκα και παιδιά, δεν πρέπει να
διακηρύσσει την αλήθεια,.. νάναι χρήσιμος και δραστήριος πολίτης,.. δεν πρέπει
να υπηρετή την πόλη στην οποία ζη;» (σελ. 139). Φθάνει, μάλιστα, μέχρι του
σημείου να της πει ότι «όλ’ οι άντρες της πόλης είναι γριές γυναικούλες,..
ακριβώς σαν κ’ εσένα. Κοιτάνε μόνο την οικογένεια – όχι την κοινωνία» (σελ.
145).
Πόσο καθοριστική αυτή η σύγκρουση
καθηκόντων για την σημερινή εποχή του κορωνοϊού, όπου το κράτος υιοθετεί
ακριβώς την μέθοδο του δημάρχου, για να επιβάλει στους πολίτες την διενέργεια
ιατρικών πράξεων: Όποιος δεν φορά μάσκα, θα πρέπει να πληρώσει πρόστιμο 300 €.
Όποιος αρνηθεί να υποβληθεί σε αυτοδιαγνωστικό τεστ, θα αποκλείεται από την
εκπαιδευτική διαδικασία ή θα στερείται το δικαίωμα στην εργασία του και θα
περικόπτεται ο μισθός του! Στην ίδια γραμμή της ανήθικης εκβιαστικής λογικής,
είναι πιθανό να πληρώνει στο εγγύς μέλλον βαρύ πρόστιμο ή να περιθωριοποιείται
κοινωνικά όποιος θα αρνηθεί να γίνει εμβολιαστικό πειραματόζωο. Άραγε στο μυαλό
και την ψυχή των Ελλήνων θα επικρατήσει τους επόμενους μήνες η οπτική της
κυρίας Στόκμανν, η οποία ζητά από τον σύζυγό της να πάρει την κρίσιμη απόφαση
συλλογιζόμενος την τύχη που θα έχουν τα παιδιά τους μετά την απόλυσή του, όταν
δηλαδή ο γιατρός θα μείνει «χωρίς ψωμί, δίχως σταθερό μισθό»; (σελ. 112).
Θα λυγίσουν οι «ελεύθεροι και έντιμοι
άνθρωποι» για μία ακόμη φορά στις παράνομες και αντισυνταγματικές αξιώσεις του
κράτους, υιοθετώντας την θεώρηση της κυρίας Στόκμανν, η οποία προσπαθεί να
πείσει τον σύζυγό της να υποκύψει στο διεφθαρμένο σύστημα, με το επιχείρημα ότι
«υπάρχει τόση αδικία σ’ αυτόν τον κόσμο και πρέπει κανείς να υπακούη»;
Αυτό που συμβαίνει στην συνέχεια δεν
είναι δύσκολο να το μαντέψει ο αναγνώστης: Ενώ ο Στόκμανν δίνει το πράσινο φως
στην εφημερίδα για να δημοσιεύσει τον λίβελό του, ώστε μέσω της διάδοσης της
αλήθειας «να καθαριστή ολόκληρη η κοινωνία, ν’ απολυμανθή…», η επίσκεψη του
δημάρχου στα γραφεία της εφημερίδας ανατρέπει την πορεία των πραγμάτων. Ο
αρχισυντάκτης πείθεται από τον δήμαρχο ότι τα βελτιωτικά έργα που πρέπει να
γίνουν στα Λουτρά θα απαιτήσουν αιματηρές οικονομικές θυσίες των κατοίκων της
πόλης, οι οποίοι θα τα στερηθούν για δύο χρόνια. Έτσι, δέχεται να δημοσιεύσει
αντί του πύρινου κειμένου του γιατρού, που πλέον του καταμαρτυρείται ότι
υπηρετεί την προπαγάνδα (σελ. 142), ένα άρθρο του δημάρχου στο οποίο η
κατάσταση των Λουτρών παρουσιάζεται «με νηφαλιότητα». Αυτό επιτάσσουν όσα
διοικούν τον Τύπο: η κοινή γνώμη, τα φωτισμένα πνεύματα, οι ιδιοκτήτες και εν
τέλει η αστική τάξη (σελ. 143).
Ο Στόκμανν καταφεύγει στην έσχατη
λύση: Σε μια τραπεζαρία που του παραχωρεί ο καπετάνιος Χόρστερ, ο μόνος που
δέχθηκε να του δώσει δημόσιο βήμα για να πει τις αλήθειες του, ο γιατρός
ετοιμάζεται να ενημερώσει το πλήθος για την μολυσματική κατάσταση των Λουτρών.
Αλλά ακόμη και εκεί, προτού αρχίσει να εκφωνεί τον λόγο του, τον προλαβαίνουν ο
τυπογράφος της εφημερίδας και ο δήμαρχος, οι οποίοι προσπαθούν να σαμποτάρουν
την ομιλία του γιατρού, κατηγορώντας τον ότι με κίνητρο την «υστερόβουλη
δημαγωγία», έχει σκοπό να διαδώσει «ανέγκυρες και υπερβολικές φήμες» που θα
επιβαρύνουν τους φορολογούμενους πολίτες (σελ. 153). Ο ένας μετά τον άλλον
συντάσσονται με την στρεβλή παρουσίαση της πραγματικότητας κι έτσι προτείνεται
από τον τυπογράφο να τεθεί η εισήγηση του γιατρού προς ψηφοφορία (σελ. 156).
Τότε ο Στόκμανν παίρνει τον λόγο και
αιφνιδιάζει τους προλαλήσαντες καθώς και το ακροατήριό του, ανακοινώνοντας ότι
πάλεψε «σαν λιοντάρι για τα ιερά του δικαιώματα, τ’ ανθρώπινά του δικαιώματα»,
μα αίφνης του είναι «όλα αδιάφορα» και γι’ αυτό επιθυμεί να μιλήσει για
«σημαντικότερα πράγματα» (σελ. 157).
Αντί, λοιπόν, να αναφερθεί στην
ανακάλυψή του για τα Λουτρά της πόλης, αρχίζει να τους παρουσιάζει το πόρισμα
μιας άλλης ανακάλυψής του: «πως όλες οι πηγές της πνευματικής μας ζωής,
ολόκληρη η αστική μας κοινωνία, βουλιάζουν σ’ ένα βούρκο πανούκλας και ψευτιάς»
(σελ. 158). Και ενώ μέχρι πρότινος το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να είναι
«δραστήριος, μ’ ακάματο ζήλο για το καλό της πατρίδας και της κοινότητας»,
«αποτυφλωμένος όλο και περισσότερο στην τρυφηλότητα», μόλις πριν από μία ημέρα
«άνοιξαν τα μάτια του και για πρώτη φορά αντίκρυσε την απίστευτη βλακεία των
Αρχών». Έψαξε, λοιπόν, «πίσω από την τεράστια βρομιά που δημιούργησε η ηγεσία
των Λουτρών». «Εκείνο που δεν ανέχομαι στη ζωή μου», λέει, «είναι… οι
“ηγεσίες”. Γνώρισα πολλούς “ηγέτες” στη ζωή μου. Χορεύουν σαν τράγοι, ανάμεσα
σε φρεσκοφυτεμένα δέντρα· παντού σκορπάν την “πανούκλα” της· κλείνουν το δρόμο
στον ελεύθερο άντρα – όπου κι αν πάη να ξεμυτίση… Μακάρι να τους εξολόθρευα σαν
τα βλαβερά ζωύφια…» (σελ. 160).
Ο γιατρός, όμως, τους καθησυχάζει,
λέγοντάς τους ότι δεν επιθυμεί να μιλήσει περισσότερο για τις “ηγεσίες”, διότι
ούτως ή άλλως είναι «κατάλοιπα ενός κόσμου που αφήνει τον επιθανάτιο ρόγχο του»
και «οδηγούνται από μόνα τους στο θάνατο». Δεν χρειάζονται τη βοήθεια κανενός
γιατρού για να φτάσουν μιαν ώρα αρχύτερα στον τάφο. Και, πράγματι, δεν είν’
αυτοί οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι για την κοινωνία· δεν είν’ εκείνοι που
φαρμακώνουν τις πηγές της πνευματικής μας ζωής και μολύνουν με πανούκλα το χώμα
που πατάμε· δεν είναι, στα δημόσια πράγματα, οι πιο επικίνδυνοι εχθροί της
Αλήθειας και της Ελευθερίας» (σελ. 161-162). Ο εχθρός είναι «η συμπαγής
πλειοψηφία», «η καταραμένη, συμπαγής, “φιλελεύθερη” πλειοψηφία»!
Η πλειοψηφία, όμως, δεν μπορεί νάχη
ποτέ το δίκιο με το μέρος της, αφού «σε μια χώρα η πλειονότητα των κατοίκων
αποτελείται [από] βλάκες [που] είν’ η μεγάλη μάζα στη γη». Αλλά «ποτέ και
πουθενά δε γίνεται να κυβερνάν οι βλάκες τους έξυπνους» (σελ. 163). Το
συμπέρασμα του Στόκμανν είναι το εξής: «Η πλειοψηφία έχει τη δύναμη», όχι όμως
και το δίκιο. «Η μειοψηφία έχει πάντα δίκιο» (σελ. 163). Για τον Στόκμανν η
συμπαγής πλειοψηφία είναι μια «μικρή κι αρρωστιάρικη σπείρα», ενώ οι λίγοι
είναι οι «εμπροσθοφυλακές» που «μάχονται για τις πρωτοπόρες αλήθειες στον κόσμο
της Συνείδησης, δηλαδή εκείνες που καμμιά “πλειοψηφία” δεν μπορεί να καταλάβη»,
διότι «οι “αλήθειες” της πλειοψηφίας είναι τόσο παλιές που κοντεύουν να
γεράσουν», κι «όταν […] μια αλήθεια γεράση, […] μετά βεβαιότητος γίνεται ψέμα»
(σελ. 164).
Η συμπαγής αυτή πλειοψηφία
αποτελείται κατά τον Στόκμανν από «μαζανθρώπους» (σελ. 170), οι οποίοι ζουν «σε
ένα σπίτι που δεν αερίζεται καθημερινά και δεν ξεσκονίζεται» (σελ. 172), με
αποτέλεσμα «κάθε άνθρωπος μες σε δύο-τρία χρόνια [να] χάνει την ικανότητα να
ενεργή και να σκέφτεται ηθικά, διότι «η έλλειψη οξυγόνου αποδυναμώνει τη
συνείδηση». «Και σε πολλά, πάρα πολλά σπίτια τ’ οξυγόνο φαίνεται λίγο, αφού
ολάκερη η συμπαγής πλειοψηφία είναι τόσο αδίστακτη που θεμελιώνει το μέλλον της
πόλης σ’ ένα βούρκο από ψέματα κι απάτες» (σελ. 172). Μια τέτοια πόλη που είναι
βουτηγμένη στο ψέμα ώς τον λαιμό ο Στόκμανν θέλει να τη δει ισοπεδωμένη (σελ.
173). Διότι στο τέλος θα έχει μολυνθεί ολόκληρη, ώστε «θα της αξίζη να πάη στον
πάτο αύτανδρη!». Οπότε «ας καταστραφή η χώρα όλη, ας διαλυθή το σύμπαν» (σελ.
173).
Η φράση αυτή (πρβλ. την λατινική ρήση
“fiat iustitia, pereat mundus”) δίδει στον όχλο το έναυσμα για να χαρακτηρίσει
τον Στόκμανν “εχθρό του λαού” (σελ. 174). Ορισμένοι, μάλιστα, σπεύδουν να τον
αποκαλέσουν απερίσκεπτο, ενώ κάποιοι άλλοι αρχίζουν να συζητούν για το αν είναι
μέθυσος ή τρελός (σελ. 175). Η αντίδραση αυτή θυμίζει έντονα την αδιανόητη
σημερινή τάση να χαρακτηρίζεται ψεκασμένος, συνωμοσιολόγος ή ακόμη και παράφρων
που πρέπει να κλειστεί σε ψυχιατρική κλινική όποιος εκφράζει δημοσίως μια άποψη
διαφορετική από την “συμπαγή πλειοψηφία”!
Μετά από λίγο ανακοινώνεται το
αποτέλεσμα της ψηφοφορίας της συνέλευσης: Ομοφώνως πλην μιας ψήφου (ενός
μεθύστακα που είχε παρεισφρήσει στο πλήθος), ο γιατρός Τόμας Στόκμανν
κηρύσσεται εχθρός του λαού (σελ .177). Ακολούθως η συνέλευση φωνάζει εν χορώ
«Εχθρέ του λαού! Εχθρέ του λαού! Εχθρέ!».
Αυτό που παθαίνει ο Στόκμανν είναι
παρόμοιο με ό,τι παθαίνουν σήμερα όσοι τολμούν να αντιστέκονται στην υστερία
των ζομπανθρώπων που φορούν μάσκα και εμβολιάζονται ή ετοιμάζονται να
εμβολιασθούν με ένα πειραματικό εμβόλιο που δεν εγγυάται ούτε
αποτελεσματικότητα ούτε ασφάλεια. Μετά μάλιστα την κήρυξη του Στόκμανν ως
εχθρού της κοινωνίας, ο σπιτονοικοκύρης του προχωρεί στην έξωση της οικογένειάς
του, κάποιοι από το πλήθος ρίχνουν πέτρες στα παράθυρα του σπιτιού τους, η κόρη
του απολύεται από το σχολείο, ενώ ο ίδιος καθαιρείται από γιατρός των Λουτρών.
Αντίστοιχη μοίρα μπορεί να επιφυλάσσει η “συμπαγής πλειοψηφία” σε όσους
επιλέξουν να ασκήσουν το αναφαίρετο δικαίωμά τους να διατηρήσουν την εξουσία
επί του σώματός τους, αρνούμενοι να μετατραπούν σε πειραματόζωα που θα βάλουν
μέσα τους μια μη πιστοποιημένη ουσία αμφιβόλου και επικίνδυνης δράσεως.
Ο Ίψεν ολοκληρώνει το θεσπέσιο
θεατρικό του με μια τρίτη αποκάλυψη που έκανε ο ήρωάς του, ο Τόμας Στόκμανν: «ο
ισχυρότερος άντρας είν’ εκείνος που στέκει μόνος» (πρβλ. την φράση “οι
γαλοπούλες σχηματίζουν κοπάδι, ο αετός πετά μόνος του”). Ας είναι αυτή η
“ανακάλυψη” η φαροφόρα σημαδούρα όλων εκείνων που θα αποφασίσουν να αντισταθούν
στον κανιβαλισμό που θα αποπειραθεί να υλοποιήσει εναντίον τους η “συμπαγής
πλειοψηφία”. Η υγιής μειοψηφία δεν πρέπει να ξεχνά ότι:
«οι “φιλελεύθεροι” είναι οι πιο
ύπουλοι εχθροί των ελεύθερων ανθρώπων,.. πως τα προγράμματα των κομμάτων πνίγουν
όλες τις φρέσκιες, άξιες να ζήσουν αλήθειες, πως οι σκοπιμότητες χαντακώνουν
την ηθική και την αξιοπρέπεια, ώστε –εντέλει– η ζωή να καταντάη εδώ ένα
μαρτύριο» (σελ. 204).
Προσοχή: Ο αναγνώστης δεν πρέπει να
αρκεστεί στην περίληψη του έργου που επιχειρήθηκε παραπάνω. Διότι προς το τέλος
αυτού ο Στόκμανν έρχεται αντιμέτωπος με ένα ακόμη φρικτό δίλημμα που του έχει
ετοιμάσει ο πεθερός του και το οποίο αποτελεί μια μεγάλη δοκιμασία για την
ελεύθερη συνείδησή του. Πέραν τούτου, ο Ίψεν έχει στολίσει το κείμενό του με
πληθώρα διαχρονικών αποφθεγμάτων που ο αναγνώστης αξίζει να αποθησαυρίσει για
να κατανοήσει καλύτερα τον θαυμαστό ψεύτικο κόσμο στον οποίο μας έλαχε να
ζήσουμε. Παρατίθενται ενδεικτικά τα εξής αποφθέγματα:
«Το άτομο πρέπει να υποτάσσεται στο
σύνολο, ή –να το πω καλύτερα– στις Αρχές, που εποπτεύουν το κοινό καλό» (σελ.
66)
«Οι δυνατοί δεν ακούν ευχάριστα
προτάσεις πούρχονται απ’ τους άλλους» (σελ. 92).
«Ένας ικανός γιατρός οφείλει να
γνωρίζη τι μέτρα να λάβη… πρέπει να προχωρήση σε προληπτικές κινήσεις και ν’
αντιμετωπίση όποιο σοβαρό κρούσμα εμφανιστή –αν εμφανιστή …» (σελ. 102).
«Το κοινό δεν έχει ανάγκη καμμιά
καινούργια σκέψη: βολεύεται μια χαρά με τις παλιές, καλές, γνωστές σκέψεις»
(σελ. 104).
«Δεν πρέπει να φοράς το καλό σου
παντελόνι, σαν πας να μιλήσης για την Ελευθερία και για την Αλήθεια» (σελ.
181).
«Ένα κόμμα είναι σαν τη μηχανή του
κιμά: όλα τα κεφάλια κει μέσα αλέθονται να γίνουνε πολτός. Γι’ αυτό είναι ή
πλακουτσοκέφαλοι ή στενόμυαλοι – χωρίς εξαίρεση» (σελ. 186).
«Δεν επιτρέπεται σ’ έναν ελεύθερο
άνθρωπο να στιγματίζεται σαν τους αχρείους. Δεν του επιτρέπεται να φέρεται έτσι
ώστε να φτύνη τα μούτρα του!» (σελ. 190).
«Θα πρέπει να ξεριζωθή ο μύθος για το
αλάθητο των ιθυνόντων» (σελ. 90).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου