Ανδρέας Σταλίδης - αρθρογράφος της Εστίας
Το εύκολο να είναι να λέμε «ζητούνται
ηγέτες». Το δύσκολο είναι να λέμε ότι ταυτόχρονα «ζητούνται πολίτες».
Για τον εξής λόγο:
Είναι πολύ εύκολο να μιλάμε για τη
Δημοκρατία. Υπάρχει κανείς που να την αμφισβητεί;
Ξεχνούμε όμως ότι Δημοκρατία χωρίς
ενεργούς πολίτες, δηλαδή πολίτες με ενδιαφέρον και ενασχόληση με τα κοινά δε
νοείται.
Εξ ου και η ιδιωτεία, στα αρχαία χρόνια, πέρασε στην εποχή μας ως ύβρις, όχι στα ελληνικά, αλλά στα αγγλικά. Διατηρήθηκε η αρνητική της έννοια και ο ιδιώτης, αυτός που ασχολείται μόνο με τα δικά του, τα ιδιωτικά, έγινε idiot, ο οποίος είναι τόσο αποξενωμένος από το κοινωνικό σύνολο, που καταντά ηλίθιος.
Ο πολίτης που πραγματικά ενδιαφέρεται
για να κοινά, και είναι, όπως είπαμε, προϋπόθεση για να λειτουργεί η
Δημοκρατία, κάνει ένα μόνο πράγμα μόνο περισσότερο από αυτό που κάνει ο
ιδιώτης: λαμβάνει υπόψιν του και τις δύο πλευρές μίας εξίσωσης.
Αν ρωτήσεις «θέλεις να μειώσω ή να
αυξήσω τους φόρους», ο ιδιώτης θα σου πει «να τους μειώσεις», ο πολίτης όμως θα
σε ρωτήσει «πες μου πρώτα ποιες περικοπές θα κάνεις αν μειώσεις τους φόρους και
πού θα διοχετεύσεις τα έσοδα αν αυξήσεις τους φόρους, και μετά θα μπορέσω να
σου απαντήσω».
Παρακολούθησα μία από τις τηλεμαχίες
(debates) μεταξύ του Ρίσι Σουνάκ και τις Λιζ Τρας, κατά την εσωκομματική εκλογή
τους. Η συζήτηση ήταν για την οικονομία αλλά και τις εξωτερικές σχέσεις της
χώρας.
Μου έκανε τεράστια εντύπωση η διαφορά
επιπέδου! Ο Σουνάκ χρησιμοποιούσε νούμερα που έστεκαν (και όταν μιλάς με
νούμερα, αυτομάτως τίθεσαι στη βάσανο της κριτικής, δεν μπορείς να ξεγελάσεις).
Η Λιζ Τρας τίποτα.
Ο Σουνάκ δεν υποσχόταν και πολλά. Η
Λιζ υποσχόταν αβέρτα. Μα πώς θα γίνουν όλα αυτά, ρωτούσε ο Σουνάκ. Θα
δανειστούμε, απαντούσε η Τραζ, χωρίς να διευκρινίζει. Και δώστου υποσχέσεις
παροχών. Μα μόλις βγήκαμε από μία κρίση με τεράστια έξοδα ενίσχυσης των πολιτών
λόγω της πανδημίας, απαντούσε ο Σουνάκ. Κι άλλα θα δανειστούμε; Ασφαλώς.
Προσέξτε τους ακόλουθους τρεις
υπολογισμούς
Το Office for Budget Responsibility
(Γραφείο Ευθύνης Προϋπολογισμού) εκτιμά ότι η κυβέρνηση ξόδεψε 311 δις λίρες
μέχρι τον Μάρτιο του 2022.
Το National Audit Office (Εθνική
Υπηρεσία Ελέγχου), εκτιμά ότι η κυβέρνηση ξόδεψε 368 δις λίρες μέχρι τον
Σεπτέμβριο του 2021.
Και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο
εκτιμά ότι η κυβέρνηση ξόδεψε 407 δις λίρες, πάλι μέχρι τον Σεπτέμβριο του
2021.
Αυτά τα στοιχεία αναφέρονται στην
πηγή [1].
Ένα τεράστιο τμήμα αυτού του κόστους
πήγε στο λεγόμενο furlough scheme της κυβέρνησης, δηλαδή στο πλαίσιο
οικονομικής ενίσχυσης όσων ανθρώπων έχαναν ημέρες εργασίας λόγω του εγκλεισμού
από πανδημία. Η κυβέρνηση πλήρωνε το 80% του μεροκάματου σε όλους τους
εργαζομένους για κάθε ημέρα που δεν εργαζόταν λόγω απόφασης της κυβέρνησης. Με
κάποιο άνω όριο βέβαια. Αυτό διήρκεσε περίπου δύο χρόνια! Οι άνθρωποι που δεν
εργαζόταν λάμβαναν το 80% του μισθού που θα είχαν εάν εργαζόταν, από το κράτος.
Όχι από τον εργοδότη!
Τα ποσά είναι τεράστια. Μιλάμε για
πάνω από δύο φορές το ετήσιο ΑΕΠ της Ελλάδα, ως το κόστος της πανδημίας για το
ΗΒ!
Τα χρήματα αυτά τα έδινε η κυβέρνηση
Μπόρις Τζόνσον, ακριβώς για να αμβλυνθούν οι οικονομικές συνέπειες της
πανδημίας. Αμφιβάλλω αν υπάρχει άλλη χώρα που να μην απέχει μία τάξη μεγέθους
στο ύψος των παροχών αυτών προς τους πολίτες τους. Αν υπάρχει, θα είναι σπάνια
περίπτωση και αυτή.
Μετά από μία διετία λοιπόν με αυτό το
υπέρογκο κόστος, ο πρωθυπουργός υποχρεώνεται σε παραίτηση, επειδή για λίγα
λεπτά της ώρας παραβρέθηκε σε μία συνάντηση στην αυλή του σπιτιού που διέμενε
(διότι ο πρωθυπουργός διαμένει στην οικία του γραφείου του, στον αριθμό 10 της
περίφημης οδού Downing Street). Και είπε ψέμματα ότι δεν γνώριζε τι συνέβαινε
και ότι δεν παρέστη. Διαψεύστηκε και παραιτήθηκε. Γι’ αυτόν τον λόγο
παραιτήθηκε. Όχι επειδή χρεώθηκε το μπρέξιτ, ούτε μία αποτυχία συνομιλίων για
μετά το μπρέξιτ, ούτε για κακή πολιτική από την πανδημία, ούτε για κανέναν
άλλον λόγο υψηλής πολιτικής ή άποψης.
Έρχεται λοιπόν μία υποψήφια και
υπόσχεται μείωση φόρων και αύξηση παροχών, με άντληση χρημάτων από νέο
δανεισμό. Ο αντίπαλός της είναι ο υπουργός οικονομικών που γνωρίζει καλά τα
νούμερα και την πολιτική, και το βρίσκει παράλογο, αλλά δεν μπορεί να πει πόσο
παράλογο το βρίσκει, διότι είναι κι αυτός υποψήφιος πρωθυπουργός.
Κάπως έτσι, εκλέχτηκε η Τρας.
Εκλέχτηκε από τους ιδιώτες στους οποίους άρεσαν οι καλές ιδέες για μείωση των
φόρων!
Έγινε πρωθυπουργός και αποφάσισε να
τιμήσει τις υποσχέσεις της και να ανακοινώσει σειρά φοροαπαλλαγών. Πώς θα το
έλεγε ένας μέσος άνθρωπος, «εύγε που τηρεί τις υποσχέσεις της! αυτό είναι
Δημοκρατία, αυτό είναι συνέπεια, αυτό είναι πολιτική που πάει μπροστά τον
τόπο».
Και να όμως που αυτό βουλιάζει τον
τόπο στον πάτο.
Την ημέρα των ανακοινώσεων, τα
ομόλογα του Βρετανικού Δημοσίου βίωσαν το μεγαλύτερο χτύπημα πολλών δεκαετιών.
Ίσως και της ιστορίας τους. Το νόμισμα κατρακύλησε από 1.18 ευρώ στα 1.08 ευρώ
μέσα σε λίγες ώρες. Ακόμα μεγαλύτερη πτώση σε σχέση με το δολλάριο. Τις
επόμενες ημέρες ανέκαμψε λίγο βέβαια. Το επιτόκιο βάσης της Κεντρικής Τράπεζας,
που διατηρήθηκε στο 0.5% για περίπου 12 χρόνια μέχρι πέρυσι τέτοια μέρα, σήμερα
είναι στο 2.25% και οι προβλέψεις για το μέσον του 2023 είναι ότι θα ξεπεράσει
το 5.5%. Δηλαδή, αν το μέσο επιτόκιο στεγαστικών δανείων ήταν το 2021 γύρω στο
1.5%, το 2023 θα είναι πάνω από 7-8%. Να μην πω για τον πληθωρισμό που
εκτιμάται ήδη στο 14% για το τελευταίο τρίμηνο του 2022.
Για όλη αυτήν την εικόνα, οι λόγοι
είναι πολλοί και συνδυαζόμενοι. Να μη νομίζει ο αναγνώστης ότι ισχυρίζομαι ότι
ο λόγος είναι ένας μόνο ή ότι είναι απλός στον προσδιορισμό του. Όμως αυτή η
πολυπλοκότητα, θα έπρεπε τους έχοντες εξουσία να τους κάνει ιδιαίτερα
προσεκτικούς, και να μην παίζουν με τη φωτιά. Διότι οι αποφάσεις τους
δυσχέραιναν αρκετά την κατάσταση και συνέβαλαν, ως ένα βαθμό, στην τραγικότητα.
Έτσι λοιπόν η Τρας αφού απέσυρε ένα
ένα όλα τα μέτρα ελάφρυνσης, αφού αντικατέστησε τον υπουργό οικονομικών που η
ίδια επέλεξε, τελικά δεν άντεξε την πίεση και αποχώρησε, παρά το επιχείρημά της
ότι «αν αποχωρήσω και γίνουν εκλογές, θα χάσουμε και οι μισοί ανάμεσά μας δεν
θα είναι πλέον βουλευτές». Η σκληρή πραγματικότητα την έριξε.
Η πορεία των 44 ημερών της Τρας ήταν
συνοπτικά η εξής: ακατάσχετη παροχολογία σε συνδυασμό με λεκτικές γκάφες,
ψευδο-μαγκιές μετά την εκλογή, σφαλιάρα της σκληρής πραγματικότητας και ηχηρή
αποχώρηση. Αρκετές περιπτώσεις θα μπορούσε να μας θυμίζει, αλλά ας το αφήσουμε
στην άκρη.
Επανέρχομαι στον τίτλο.
Ζητούνται πολίτες. Δηλαδή άνθρωποι
που να ενδιαφέρονται για την άλλη όψη των πραγμάτων και να μην αρκούνται στα
εύπεπτα.
Ταυτόχρονα ζητούνται ηγέτες. Δηλαδή πολιτικοί που, ομοίως, να ενδιαφέρονται για τις ημέρες αφού αποχωρήσουν. Αυτή είναι η εναλλακτική οπτική που πρέπει να υιοθετούν. Να μην εξαντλούνται στον σχεδιασμό για την επανεκλογή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου