Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2021

«Ὁ Γέροντας Χρυσόστομος ζεῖ μέσα στό ἀνέσπερο Φῶς τοῦ Χριστοῦ...»

 


Τήν Πέμπτη 21 Ὀκτωβρίου 2021 συμπληρώθηκαν 9 μῆνες ἀπό τήν κοίμηση τοῦ σεβαστοῦ Πατρός ἡμῶν Γέροντος Χρυσοστόμου ἱερομονάχου, Καθηγουμένου καί Κτήτορος τοῦ Ἱεροῦ Κοινοβίου Ὁσίου Νικοδήμου.

Μέ ἀφορμή αὐτήν τήν ἐπέτειο, στό Ἱερό Κοινόβιο ἐτελέσθη ἱερό Μνημόσυνο μέ τή συμμετοχή ὅλων τῶν ἱερομονάχων τῆς Μονῆς. Κατά τή θεία Λειτουργία, πρό τοῦ Κοινωνικοῦ, ὁ Γέροντας Χρυσόστομος Β΄, μέ φωνή γεμάτη συγκίνηση, ἀνέφερε τά παρακάτω:

 

Σεβαστοί μου Πατέρες ,

Σεβαστή Γερόντισσα Εὐφημία καί ἀγαπητές ἀδελφές μας,

Ἀγαπητοί μας ἀδελφοί,

πνευματικά τέκνα τοῦ ἀειμνήστου Πατρός μας καί ἐμοῦ τοῦ ταπεινοῦ,

 

Πέρασαν ἤδη ἐννέα μῆνες ἀπό τότε πού ἡ ψυχή τοῦ καλοῦ μας Γέροντα ἀνέβηκε στόν οὐρανό, ἐπειγομένη νά φθάσει σέ Αὐτόν πού τόσο ἀγάπησε ἀπό τήν παιδική του ἡλικία, τόν Νυμφίο Χριστό. Πέρασαν ἐννέα μῆνες ἀπό ἐκείνη τή μέρα πού χώρισε τή ζωή μας στά δύο: στό πρό τῆς κοιμήσεως στάδιο καί στό μετά τήν κοίμηση. Ἐννέα μῆνες σάν ἐννέα μέρες. Ἐννέα μέρες σάν ἐννέα ὧρες... Τόσο μεγάλο διάστημα, μά καί τόσο μικρό....

Γιά τήν ψυχή τοῦ Γέροντα, ἀσφαλῶς ἡ μέτρηση τοῦ χρόνου μέ τά ἀνθρώπινα, τά δικά μας δεδομένα, δέν ἔχει πιά κανένα νόημα. Ὁ Γέροντας ζεῖ μέσα στό ἀνέσπερο Φῶς τοῦ Χριστοῦ, «ἔνθα ὁ τῶν ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος καὶ ἡ ἀπέραντος ἡδονὴ τῶν καθορώντων τὸ κάλλος τὸ ἄῤῥητον τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ» (πρβλ. ἀκολουθία τῆς θείας Εὐχαριστίας). Γιά μᾶς ὅμως πού ζοῦμε ἀκόμη μέσα στή σάρκα, ὁ χρόνος εἶναι μετρήσιμος καί συγκρίσιμος.

Σήμερα μαζευτήκαμε ὅλοι ἐδῶ γιά προσευχηθοῦμε καί γιά νά θυμηθοῦμε –ἄν καί δέν ξεχάσαμε στιγμή–, τόν ἀοίδιμο Γέροντά μας. Νά, λοιπόν, Γέροντα, «Κύκλῳ τῆς τραπέζης σου εὐφράνθητι, καθορών σου Ποιμενάρχα, τά ἔκγονα φέροντα, κλάδους ἀγαθοεργίας» (ὄγδοος Ἀναβαθμός τοῦ Γ΄  Ἤχου). Ἦλθαν γύρω σου τά πνευματικά σου παιδιά, «φέροντα κλάδους ἀγαθοεργίας». Ὄντως, ὁ Γέροντας ἀπό τόν «ἐξώστη τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ», ἀγρυπνεῖ, μᾶς βλέπει, χαίρεται γιά τήν προκοπή μας, μᾶς εὐλογεῖ, σκέπει καί παραμυθεῖ τή ζωή μας, μᾶς προστατεύει ἀπό κακοτοπιές, ἀπό πονηρίες ἀνθρώπων καί ἀπό δαιμονικές προσβολές.

Καθημερινῶς στίς Ἀκολουθίες καί εἰδικά στή θεία Λειτουργία μνημονεύουμε τόν Γέροντα ὡς «ἀείμνηστο καί ἀοίδιμο κτήτορα τῆς ἁγίας μονῆς ταύτης καί Πατέρα ἡμῶν». Μᾶς δίδεται οὕτως ἡ μεγάλη εὐλογία νά ζοῦμε τήν παρουσία του κατά τή διάρκεια τοῦ ὑψίστου αὐτοῦ Μυστηρίου, ἀφοῦ ἀσφαλῶς τήν ὥρα ἐκείνη, ὅπως καί τώρα, ἑνώνεται ὁ οὐρανός μέ τή γῆ. Ἀληθῶς, ὅπως ὑπῆρξε Πατήρ ἡμῶν στήν ζωή ταύτη, ἔτσι παραμένει καί ἐξακολουθεῖ νά εἶναι Πατέρας μας στίς οὐράνιες μονές, ἐκεῖ ὅπου τώρα αὐλίζεται ἡ μακαρία ψυχή του. Καί αὐτό διότι ὁ πνευματικός δεσμός εἶναι ἀκατάλυτος εἰς τούς αἰῶνας. Εἴμασταν καί ἐξακολουθοῦμε νά εἴμαστε πνευματικό του ποίμνιο καί ὡς δικά του τέκνα θά πολιτογραφηθοῦμε, ἄν ἀξιωθοῦμε βεβαίως τοιαύτης τιμῆς, στούς οὐρανούς.

Βασικός κανόνας τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί δή τῆς πνευματικῆς πατρότητος εἶναι ἡ ὑπακοή, ἡ ἀπόλυτος ὑπακοή. Αὐτό μᾶς λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ἀλλά καί ὅλοι οἱ Κοινοβιάρχες Πατέρες. Μάλιστα λένε πώς ἄν ο μοναχός κάνει τέλεια ὑπακοή στόν Γέροντά του, τότε ὁ μοναχός ἐκπληρώνει διά μιᾶς τόν Εὐαγγελικό νόμο «καὶ εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται, ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (Ἰωάν., 5, 24). Αὐτό τό χωρίο ἀναγνώσθηκε καί σήμερα, στήν Εὐαγγελική περικοπή. Καθίσταται λοιπόν ὁ μοναχός «ἀνεύθυνος», δέν φέρει δηλαδή εὐθύνη γιά τά ἁμαρτήματά του, ἀλλά ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ Βήματος τοῦ Χριστοῦ θά ἀπολογηθεῖ ὁ Γέροντάς του γιά αὐτόν. Ἔχουμε λοιπόν Γέροντα στόν οὐρανό, ἕτοιμο νά ἀπολογηθεῖ γιά μᾶς, ἀρκεῖ κι ἐμεῖς νά πολιτευόμεθα σωστά πάνω στή γῆ, τακτοποιώντας τήν ζωή μας σύμφωνα μέ τίς δικές του ὁδηγίες, μέ τά δικά του διδάγματα, μέ τό δικό του παράδειγμα.

Ὅλοι ὅσοι βρισκόμαστε ἐδῶ, ἔχουμε βαθιά μέσα στήν καρδιά μας χαραγμένα τά δικά του λόγια,  πού ἦταν λόγια τοῦ Παρακλήτου, πού ἦταν λόγια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Καί γι᾿ αὐτό ἀναπαυόμασταν καί γι᾿ αὐτό νιώθαμε τά λόγια του ὡς «μάνα ἐξ οὐρανοῦ».

Σέ αὐτό τό διάστημα τῶν ἐννέα μηνῶν, εἶναι ἀλήθεια πώς ἀπό τή μία ἦταν αἰσθητή, ἕως καί ὀδυνηρή, ἡ σωματική ἀπουσία τοῦ Γέροντα καί ἀπό τήν ἄλλη ἦταν ἐπίσης αἰσθητή, ἕως καί χειροπιαστή, ἡ γλυκειά του θαλπωρή, ἡ ἐπέμβασή του πρός ἐπίλυση δυσεπίλυτων καταστάσεων. Ναί, ὁ Γέροντας εἶναι παρών καί στά δύο μοναστήρια του «πολυμερῶς καί πολυτρόπως» (Πρός Ἑβρ. 1,1), ἀλλά καί στή ζωή τῶν πνευματικῶν του τέκνων στόν κόσμο. Πόσοι ἀπό σᾶς, εἴτε στό ἱερό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως εἴτε καί ἐκτός αὐτοῦ, δέν μοῦ ἐκμυστηρευτήκατε ἐμπειρίες τῆς παρουσίας τοῦ Γέροντα στή ζωή σας;...

Ὅταν ξεπροβοδίζαμε τόν Γέροντα στήν τελευταία του ἐπίγεια κατοικία, μέσα στό στῆθος ἡ καρδιά μας ἔκραζε «μεγάλῃ τῇ φωνῇ»: «μή ἐάσῃς ἡμᾶς ὀρφανούς» (Ἑσπέρια Ἀναλήψεως, πρβλ. Ἰωάν. 14, 18). Ὅμως, σεβαστέ μας Γέροντα, μᾶς εἶχες ἤδη πεῖ σέ ἀνύποπτο χρόνο, λίγο πρίν πετάξεις γιά τόν οὐρανό: «Ἄν μέ καλέσει ὁ Θεός, θά πάω». Καί ποιός θά μποροῦσε νά ἀναχαιτίσει τίς βουλές τοῦ Θεοῦ; Ἀλλά καί ποιό πνευματικό τέκνο θά στεκόταν ἐμπόδιο στόν Πατέρα του, τή στιγμή πού αὐτός ἀπαντοῦσε καταφατικά στό ὑπέρτατο κάλεσμα τῆς ψυχῆς του ἀπό τόν Θεό, ἐκεῖνο τό κάλεσμα πού κέρδισε τήν ψυχή τοῦ Γέροντα ἤδη ἀπό τήν τρυφερή ἡλικία τῶν 7 χρονῶν, ὅταν μέσα του ἔλαβε τήν βεβαιότητα καί τήν πληροφορία γιά τήν μοναχική του κλήση ;... Ἀλλά τότε, ὅταν μᾶς εἶπες αὐτά τά λόγια, πρόσθεσες καί κάποια ἀκόμη πού μᾶς ἀνακούφισαν καί μᾶς παρέχουν μιά μόνιμη ἀγαλλίαση: «Νά ξέρετε ὅτι δέν πρόκειται νά σᾶς ἀποχωριστῶ, γιατί ἀληθινά εἰς τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν ὑπάρχει "ἐδῶ" καί "ἐκεῖ". Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία».

Ὅμως καλέ μας Γέροντα, ἐπίτρεψέ μας νά σοῦ ἐκφράσουμε κι ἕνα μικρό παράπονο: ἄθελά σου, μᾶς ἔκανες νά σέ ἀγαποῦμε ὑπερβαλλόντως καί αὐτό μᾶς δυσκολεύει πολύ. Ἀλλά παράλληλα, αὐτή ἡ ἀγάπη μᾶς δίνει δύναμη καί κουράγιο νά ὑπομείνουμε τόν προσωρινό χωρισμό καί νά συνεχίσουμε τό ἔργο πού ἐσύ ἐθεμελίωσες.

Ἀληθινά, καλέ μας Γέροντα σέ σένα ἐκπληρώθηκε πλήρως τό γραφικό λόγιο: «ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει.» (Ἰωάν., 12, 24)

Ὁ Γέροντας πλέον, μέ τήν κοίμησή του, ὡς κόκκος σίτου κατετέθη στή γῆ. Καί πρίν τήν ταφή βέβαια εἶχε βλαστήσει «καρπὸν ἑκατονταπλασίονα» (Λουκ. 8, 8) ἐν ὑπομονῇ.  Ὅπως ὁ ἴδιος μᾶς εἶπε: «Δέν κοίταξα ποτέ τόν ἑαυτό μου. Κοίταξα μόνον νά μή χάσω τόν Θεό μου». Καί ἄλλη φορά: «Ὅλα τά ἄφησα στό θέλημα τοῦ Θεοῦ». Καί ἄλλη: «Δέν ζήτησα τίποτε, τόν Χριστό μας μόνον ζήτησα». Καί ἄλλη φορά: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιά Σένα ζῶ, γιά Σένα ὑπάρχω».

Ἔτσι πιστεύουμε ἀκραδάντως ὅτι ὅπως ὁ κόκκος σίτου πού πέφτει στή γῆ καί θάπτεται, σύντομα βλαστάνει καρπούς πολλούς, ἔτσι καί μᾶς θά μᾶς ἀξιώσεις νά φέρουμε τούς καρπούς τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τίς διάφορες ἀρετές καί τά χαρίσματα αὐτοῦ.

 

Ἀγαπητοί μου,

Κάθε μέρα πού περνᾶ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τήν τελευταία φορά πού εἴδαμε τόν ἠγαπημένο μας Γέροντα σωματικά σέ αὐτή τή ζωή. Ἀλλά καί κάθε μέρα πού περνᾶ, φεύγει ἀπό τή μία πλευρά τῆς κλεψύδρας καί περνᾶ στήν ἄλλη μεριά... Κάθε μέρα μᾶς φέρνει πιό κοντά στήν δική μας ἀναχώρηση γιά τόν οὐρανό, πιό κοντά στήν προσδοκώμενη μεγάλη συνάντηση μέ τόν μεγάλο μας Θεό, πιό κοντά στήν ποθούμενη συνάντηση με τόν καλό μας Γέροντα, «ἐν ἑτέρᾳ», βεβαίως «μορφῇ».

Ἡ κοίμηση τοῦ Γέροντα ἀναμφίβολα ὑπῆρξε τό πιό συγκλονιστικό γεγονός στή ζωή μας. Ἐπέφερε στίς καρδιές μας ἐκεῖνο τό καθοριστικό καί καίριο κέντρισμα, πού ἦταν ὅπως φαίνεται πνευματικά ἀπαραίτητο γιά νά κάνουμε τά ἑπόμενα πνευματικά μας βήματα, γιά νά ἀντιληφθοῦμε ἔστω ἀμυδρῶς τόν μεγάλο καί βαρύ σταυρό τῆς πνευματικῆς πατρότητος πού εἶχε ἀναλάβει ὁ Γέροντας ἀπό ἀγάπη πρός τόν Χριστό καί τά παιδιά του. Ὁ Γέροντάς μας εἶχε καί τήν προσωπική παρρησία πρός τόν Θεό τοῦ ἐπιστήθιου, φίλου, ἡγαπημένου, ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ἀλλά καί τό χάρισμα τῆς διαποίμανσης ψυχῶν, πού ἔδωσε ὁ Χριστός στόν ἅγιο Ἀπόστολο Πέτρο.

Γι᾿ αὐτό καί τόν παρακαλοῦμε θερμῶς, μέ τίς εὐπαρρησίαστες εὐχές του νά χαρίζει ἐντός τῆς καρδιᾶς μας τήν αἴσθηση τῆς δικῆς του παρουσίας, προστασίας, σκέπης καί παραμυθίας, ὥστε ἐμεῖς, ταπεινοί μαθηταί του, νά ἀκολουθοῦμε τά βήματά του, μέ τίς πρεσβεῖες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς «Παραμυθίας», τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τῶν σήμερα ἑορταζομένων Δασίου καί Σωκράτους τῶν μαρτύρων καί τοῦ ὁσίου Ἱλαρίωνος τοῦ μεγάλου, καί νά συνεχίσουμε μέ πιστότητα τό ἔργο του, μέχρι ἐκείνη τήν ὥρα πού θά καλέσει καί ἐμᾶς ὁ Χριστός.

Ὅμως, ἐπιτρέψτε μου αὐτή τή στιγμή νά φανερώσω τά αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης καί εὐχαριστίας πρός ὅλους σας, διότι κατακλύζουν τήν καρδιά μου, καθώς ὅλο αὐτό τό χρονικό διάστημα ὅλοι σας, ἀλλά καί ἄλλοι πού τώρα ἀπουσιάζουν, δέν παύσατε νά ἀγαπᾶτε καί νά στηρίζετε τίς δύο ἀδελφότητες τοῦ καλοῦ μας Γέροντα, παραμένοντας παράλληλα πιστά πνευματικά τέκνα τοῦ ἰδίου.

Εἴθε λοιπόν ὅλοι ἐμεῖς, τά πνευματικά του τέκνα, μοναχοί καί λαϊκοί, ἑνωμένοι νά συνεχίσουμε νά πορευόμαστε στή ζωή αὐτή καί οὕτως νά ἀξιωθοῦμε τῆς ἄνω λαμπρότητος καί μακαριότητος, παρά τούς πόδας τοῦ καλοῦ μας Γέροντα. Καί νά ἔχετε μέσα σας τήν ἐλπίδα καί τήν βεβαιότητα ὅτι, ὅταν θά ζοῦμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας, τότε πραγματικά θά γευόμεθα καί τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ μας, καί τῆς Παναγίας μας καί τοῦ καλοῦ μας Γέροντα στήν καρδιά μας.

Ἀμήν, γένοιτο.






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου