Χασιώτη Σοφία, Δρ. Θεολογίας
Διαβάζοντας τήν
διυπουργική ἀπόφαση τῆς 6ης Ἀπριλίου, ὅπως δημοσιεύτηκε στήν
«Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως» (6 Ἀπριλίου 2020, Ἀρ. Φύλλου 1178) μέ τίς σχετικές
ὁδηγίες ἐν ὄψει τῆς Μ. Ἑβδομάδας, ὁ κάθε πιστός διαπιστώνει πόσο
ἐλλιπής εἶναι ἡ γνώση θεολογικῶν στοιχείων πού χαρακτηρίζει τούς
ἰθύνοντες.
Δέν θά γράψω
κάτι πού νά διεκδικεῖ τήν πρωτοτυπία ἐπ’ αὐτῶν. Ἔχουν ἤδη ἐντοπιστεῖ καί
ἀναλυθεῖ πρίν ἀπό μένα. Δική μου εἶναι ἁπλῶς ἡ σύμπτυξή τους καί ἡ διατύπωση
μιᾶς ἀπορρέουσας ἑρμηνείας σέ ἕνα κατά τό δυνατόν σύντομο καί λιτό (σύμφωνα μέ
τήν περιρρέουσα λειτουργική πρακτική πού ἔχει προταθεῖ ἤ καί ἐνίοτε ἐπιβληθεῖ)
κείμενο.
Ἡ διυπουργική
ἀπόφαση ἔχει ἐπί λέξει: «Σε περίπτωση τέλεσης λειτουργιών, λατρευτικών
συνάξεων, ιεροπραξιών ή κάθε είδους θρησκευτικής τελετής, αυτές
πραγματοποιούνται αποκλειστικά και μόνο από θρησκευτικό/θρησκευτικούς λειτουργό
λειτουργούς και το αναγκαίο βοηθητικό προσωπικό (όπως ιεροψάλτης, νεωκόρος)». Ἡ
φράση δέν προκαλεῖ κανένα ἐκκλησιολογικό προβληματισμό ἄν ἀναφέρεται στίς
ἀκολουθίες τῶν ὅρθρων ἤ τῶν ἐσπερινῶν τῆς Μ. Ἑβδομάδας, τίς ὁποῖες ὁ κάθε
πιστός (ἱερωμένος ἤ λαϊκός) μπορεῖ -ὡς προσευχές πού εἶναι- νά τίς ἀπευθύνει
πρός τόν Θεό ἀπό ὅποιον χῶρο βρίσκεται. Κατά τή Μ. Ἑβδομάδα ὄμως, ἐκτός τῶν
παραπάνω ἀκολουθιῶν τελοῦνται καθημερινά (μέ μόνη ἐξαίρεση στόν ἐτήσιο
λειτουργικό κύκλο τήν Μ. Παρασκευή) καί
Θεῖες Λειτουργίες τῶν Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων (Μ. Δευτέρα ἕως Μ. Τετάρτη), ἡ
Θ. Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου (Μ. Πέμπτη καί Μ. Σάββατο πρωί) καί φυσικά ἡ
ἀναστάσιμη Θεία Λειτουργία τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τό βράδυ τῆς
Ἀνάστασης.
Πρίν προχωρήσω,
νά θυμίσω ὅτι ἡ «λειτουργία» ἐτυμολογεῖται ἀπό τό ὁμηρικό «λεῖτος» =δημόσιος
(< λεώς =λαός) + «ἔργο». Βάσει τῆς διδασκαλίας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, τό
μυστήριο τῆς Θ. Λειτουργίας δέν τελεῖται οὔτε μόνο ἀπό ἱερέα, οὔτε μόνον ἀπό
λαϊκό, ἀλλά ἀπαιτεῖται ἡ φυσική παρουσία καί τῶν δύο μερῶν. Διαφορετικά
τό μυστήριο δέν εἶναι ἔγκυρο. Ἐπίσης, ἡ Θ. Λειτουργία τελεῖται -ἀπό τόν
ἱερουργό κατ’ ἐντολήν του λαοῦ τόν ὁποῖο διακονεῖ- ὠς ἐπανάληψη τοῦ Μυστικοῦ
Δείπνου ὤστε νά εἶναι δυνατή ἡ ἐν χρόνω συμμετοχή τῶν πιστῶν στό γεγονός τῆς
σταυρικῆς θυσίας μέσω αὐτοῦ πού συνηθίσαμε νά ἀποκαλοῦμε «Θεία Κοινωνία».
Ἑπομένως, σέ καμία περίπτωση ἡ Θεία Λειτουργία δέν εἶναι ἁπλή προσευχή καί
δέν ἀντικαθίσταται ἀπό αὐτήν, ὅπως (γιά νά τό ἁπλοποιήσω) σέ καμία
περίπτωση δέν ἱκανοποιεῖται ἡ αἴσθηση τῆς πείνας ἁπλῶς μέ τή σκέψη τῆς τροφῆς ἤ
τήν ὀνειροπόληση τῆς συμμετοχῆς σέ γεῦμα. Αὐτά εἶναι πλήρως κατανοητά ἀπό τούς
πιστούς.
Σύμφωνα λοιπόν
μέ τήν προσφάτως διατυπωθείσα ἀπόφαση πού σκιαγραφεῖ τήν καινοφανή
ἐκκλησιολογία τῆς κυβέρνησης ὁ λαός –ὁ κατεξοχήν ἐντολοδόχος γιά τήν τέλεση τῆς
Θ. Λειτουργίας- ἐκπίπτει (στό πρόσωπο τῶν ἱεροψαλτῶν καί τῶν νεωκόρων) σέ
«αναγκαίο βοηθητικό προσωπικό» (sic). Ἀβίαστα ἀπό αὐτό προκύπτει ὅτι α) σέ περίπτωση πού
ὁ ἱερωμένος ἦταν δυνατόν νά ψάλει καί νά τακτοποιεῖ μόνος τά τῆς θείας
λατρείας, ὅσο διαρκεῖ ἡ Θ. Λειτουργία, δέν θά προβλεπόταν ἡ παρουσία τῶν δύο
αὐτῶν λαϊκῶν καί β) ἐντελῶς συμπτωματικά οἱ Θ. Λειτουργίες πού θά τελοῦνται θά
εἶναι ἔγκυρες, ἐπειδή, εὐτυχῶς ἐκκλησιολογικά, ὁ ἱερέας εἶναι ἄνθρωπος καί ὡς
ἐκ τούτου περιορισμένων δυνατοτήτων.
Ἐπιπλέον ἡ
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία –κατά τήν ἐκκλησιολογία τῆς κυβέρνησης πάντα- εἶναι ὁ
ἐκφραστής μιᾶς νέας θεολογίας διασχιστικῆς διαταραχῆς πού κατά ἕναν ἀδιανόητο ἤ
μᾶλλον παρανοϊκό τρόπο, συνθέτει τά ἀπολύτως ἀντιφατικά καί ἀντιμαχόμενα δογματικά
ἄκρα: τήν παπική ἀντίληψη ὅτι ἡ ἱεροσύνη ἀποτελεῖ στοιχεῖο ἐξουσίας καί
προνόμιο ἀντί γιά λειτούργημα, ἀφοῦ ἀναγνωρίζονται καί ἐπισήμως διακρίσεις ὑπέρ
τῶν ἱερωμένων ἔναντι τῶν λαϊκῶν καί τήν προτεσταντική ἀντίληψη ὅτι δέν ὑπάρχει
μυστηριακή διάσταση στά τελούμενα, ἑπομένως ὁ κάθε πιστός δύναται νά
συμμετάσχει νοερά καί συναισθηματικά, πάντως ὄχι ὀντολογικά, γιά αὐτό καί
δικαιολογεῖται νά ἀποκλειστεῖ ἡ φυσική (συμ)μετοχή του.
Τό ἐγγύς μέλλον
θά δείξει ἐάν ἡ παραπάνω θεώρηση εἶναι προσωρινή ἐπιπόλαιη πληγή πού θά
ἐπουλωθεῖ ἤ ἀρχή ὠδίνων… Εὔχομαι ἀπό καρδιᾶς τά ἀντανακλαστικά τῆς ἱεραρχίας νά
λειτουργήσουν γιά νά ἀποφευχθεῖ ἡ (ἔστω
ἐξ ἀγνοίας τῆς κυβερνητικῆς πρωτοβουλίας) κυοφορία καί ζωογόνηση ἑνός νέου
ἐκκλησιόμορφου ἐξαμβλώματος ὥστε τελικά ἡ ἀνωτέρω «ἐκκλησιολογία τοῦ Καίσαρα»
νά μήν ἀναδειχθεῖ ὀδυνηρή, ἀντιορθόδοξη καί διά τῶν κυβερνητικῶν τομῶν
«καισαρική» ἐκκλησιολογία.
Υ.Γ. Ἀκολουθώντας τά σύγχρονα παραδείγματα, ἐπιτρέψτε
μου νά παραθέσω σχετικό μέ τά παραπάνω κείμενο τοῦ
ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «Εἶναι λοιπόν περιπτώσεις ὅπου διαφαίνεται ὅτι δέν διαφέρει ὁ ἱερέας ἀπό τόν λαϊκό, ὅπως γιά παράδειγμα ὅταν μετέχει τῶν φρικτῶν μυστηρίων, διότι ὅλοι μετέχουμε σέ αὐτά. Δέν συμβαίνει ὅπως παλαιότερα (στούς Ἰουδαίους) ἄλλα νά τρώει ὁ ἱερέας καί ἄλλα ὁ λαϊκός καί δέν ἦταν ἐπιτρεπτό στόν λαό νά μετέχει σέ ὅσα μετεῖχε καί ὁ ἱερέας. Τώρα δέν εἶναι ἔτσι, ἀλλά ὅλοι εἴμαστε ἕνα σῶμα μέσω τοῦ ἑνός ποτηρίου... Διότι καί γιά ὅσους τελοῦν τά μυστήρια καί γιά ὅσους μετανοοῦν, οἱ εὐχές εἶναι κοινές καί ἀπό τόν ἱερέα καί ἀπό τόν λαό... Ὅπως ἐπίσης καί γιά τά φρικτά μυστήρια ἐπεύχεται ὁ ἱερέας στόν λαό, ἐπεύχεται καί ὁ λαός στόν ἱερέα. Διότι τό «μετά τοῦ πνεύματός σου» δέν εἶναι ἄλλο παρά τοῦτο: τά δῶρα τῆς εὐχαριστίας εἶναι κοινά. Οὔτε ὁ ἱερέας μόνος εὐχαριστεῖ ἀλλά καί ὁ λαός ὅλος». Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὑπόμνημα εἰς τήν πρός Κορινθίους Β ́ ἐπιστολήν 18,2 PG 61,527
ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «Εἶναι λοιπόν περιπτώσεις ὅπου διαφαίνεται ὅτι δέν διαφέρει ὁ ἱερέας ἀπό τόν λαϊκό, ὅπως γιά παράδειγμα ὅταν μετέχει τῶν φρικτῶν μυστηρίων, διότι ὅλοι μετέχουμε σέ αὐτά. Δέν συμβαίνει ὅπως παλαιότερα (στούς Ἰουδαίους) ἄλλα νά τρώει ὁ ἱερέας καί ἄλλα ὁ λαϊκός καί δέν ἦταν ἐπιτρεπτό στόν λαό νά μετέχει σέ ὅσα μετεῖχε καί ὁ ἱερέας. Τώρα δέν εἶναι ἔτσι, ἀλλά ὅλοι εἴμαστε ἕνα σῶμα μέσω τοῦ ἑνός ποτηρίου... Διότι καί γιά ὅσους τελοῦν τά μυστήρια καί γιά ὅσους μετανοοῦν, οἱ εὐχές εἶναι κοινές καί ἀπό τόν ἱερέα καί ἀπό τόν λαό... Ὅπως ἐπίσης καί γιά τά φρικτά μυστήρια ἐπεύχεται ὁ ἱερέας στόν λαό, ἐπεύχεται καί ὁ λαός στόν ἱερέα. Διότι τό «μετά τοῦ πνεύματός σου» δέν εἶναι ἄλλο παρά τοῦτο: τά δῶρα τῆς εὐχαριστίας εἶναι κοινά. Οὔτε ὁ ἱερέας μόνος εὐχαριστεῖ ἀλλά καί ὁ λαός ὅλος». Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὑπόμνημα εἰς τήν πρός Κορινθίους Β ́ ἐπιστολήν 18,2 PG 61,527
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου