Τήν 10η
ἐπέτειο ἀπό τήν θαυμαστή εὕρεση καί ἐπιστροφή τοῦ κλαπέντος ἱεροῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου
Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου ἑόρτασε σήμερα, στίς 25 Ἀπριλίου 2020, τό ὁμώνυμο Ἱερό
Κοινόβιο στό ὄρος Πάϊκο.
Στίς 6 τό ἀπόγευμα
τοῦ Σαββάτου τῆς Διακαινησίμου (παραμονή τῆς Κυριακῆς τοῦ Θωμᾶ) πραγματοποιήθηκε
λιτάνευση τοῦ τιμίου λειψάνου καί τῆς εἰκόνας τοῦ Ἁγίου, μέ συμμετέχοντες μόνον
τούς πατέρες τῆς Μονῆς καί τόν σεβαστό Καθηγούμενο π.Χρυσόστομο. Ἄν δέν ὑφίσταντο
τά ἀπαγορευτικά μέτρα ἀπό τήν Κυβέρνηση γιά τόν λαό τοῦ Θεοῦ, ἡ λιτανεία ἀσφαλῶς
θά ἦταν... πάνδημη. Δέν συμμετεῖχαν φέτος οἱ πολυπληθεῖς Φίλοι τῆς Μονῆς, οἱ ὁποῖοι
σέβονται, τιμοῦν καί ἀγαποῦν τόν Ἅγιο. Ὡστόσο, εἶναι βέβαιο ὅτι ὅλοι οἱ Φίλοι τοῦ
Ὁσίου Νικοδήμου τήν ὥρα αὐτή πού ἡ Μονή πανηγύριζε, ἦταν νοερῶς παρόντες.
Ὁ ἅγιος Καθηγούμενος
τοῦ Ἱεροῦ Κοινοβίου χοροστάτησε κατά τή διάρκεια τοῦ Μεγάλου Πανηγυρικοῦ Ἑσπερινοῦ
ὁ ὁποῖος τελέσθηκε μέσα στήν ἱλαρή ἀτμόσφαιρα καί τήν κατανυκτική σιωπή τοῦ ναοῦ
μέ μεγάλη λαμπρότητα. Οἱ ἀναστάσιμοι ὕμνοι καί τά τροπάρια πού ἔψαλλαν οἱ πατέρες,
ἐπανέφεραν στή μνήμη μας τά δραματικά γεγονότα πού εἶχαν λάβει χώρα πρίν ἀπό δέκα
ἀκριβῶς χρόνια στόν χῶρο τοῦ μοναστηριοῦ.
Ἄς θυμηθοῦμε λίγο
τά γεγονότα:
Ἦταν 15 Μαρτίου
2010, περίοδος Μ.Τεσσαρακοστῆς, ὅταν ἕνας μεγάλος πειρασμός, ἦρθε νά διαταράξει
τήν εἰρήνη τῆς Μονῆς καί νά ὑποβάλει σέ δοκιμασία τήν πίστη τῶν πατέρων.
Δυό ἄγνωστοι, πού
εἶχαν ἔρθει ὡς προσκυνητές στή Μονή βρῆκαν ἀνοικτό καί ἀφύλακτο τόν ναό καί ἀφαίρεσαν
ἀπό τήν ἐκτεθειμένη λειψανοθήκη τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τά ἀποτμήματα τῆς τιμίας κάρας
του, πού διαφυλάσσονταν μέσα σ᾿ αὐτήν.
Πῶς νά περιγράψει
κανείς τότε τή θλίψη τῶν πατέρων!
Εἶχαν κλέψει τόν προστάτη τους, τόν Ἅγιό τους, καί ἦταν σάν νά εἶχαν ἀφαιρέσει,
σάν νά εἶχαν κλέψει ἀπ’αὐτούς τούς ἴδιους τήν ἴδια τήν καρδιά τους! Καί ἦταν σάν
ν’ «ἄδειασε» τότε τό Μοναστήρι ἀπό τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου!...
Κι ἔπρεπε νά περάσει
ἕνας ὁλόκληρος μήνας μέσα σέ ἀγωνιώδη ἀναμονή καί νά δώσει ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος τή λύση μπροστά στό διαφαινόμενο ἀδιέξοδο,
γιά νά πιστοποιήσει ἔτσι, μέ τόν πιό θαυμαστό καί ἀδιάψευστο τρόπο, ὅτι ὁ ἴδιος
εἶναι ζωντανός, ἀναστημένος, «ντυμένος μέ τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως» καί ζεῖ μέσα στήν
δόξα τοῦ Θεοῦ!
Ἡ Μ. Τεσσαρακοστή
τοῦ 2010 ἦταν γιά τούς πατέρες τῆς Μονῆς μιά περίοδος μεγάλου πειρασμοῦ. Γιά ἕναν
ὁλόκληρο μήνα τίς καρδιές τους τίς διακατεῖχε θλίψη καί κατήφεια, διότι παρόλες
τίς ἔρευνες τῆς Ἀστυνομίας τό κλεμμένο ἱερό λείψανο δέν εἶχε γίνει κατορθωτό νά
ἀνευρεθεῖ.
Ἕνα πέπλο καταχνιᾶς
κάλυπτε σιγά σιγά τίς ψυχές τῶν πατέρων. Πλησίαζε ἡ μεγάλη ἡμέρα τοῦ Πάσχα, ἡ Ἀνάσταση.
Πῶς θά ἔκαναν Ἀνάσταση χωρίς τήν ἁπτή παρουσία τοῦ Ἁγίου τους; Τίς πρῶτες ἡμέρες
ὑπῆρχε στούς περισσότερους μιά συγκρατημένη αἰσιοδοξία γιά τήν ἀνεύρεση τοῦ ἁγίου
λειψάνου. Ὅμως, καθώς ὁ χρόνος κυλοῦσε χωρίς κάποιο ἀποτέλεσμα ἀπό τίς ἔρευνες,
ἡ ὑποφώσκουσα ἐλπίδα ὅτι ὁ Ἅγιος θά ἔκανε κάποια στιγμή τό θαῦμα του καί θά ἐπέστρεφε
πάλι, ἄρχισε τώρα νά γίνεται ὁλοένα καί πιό ἀδύναμη. Ἐναλλασσόμενα ἦταν καί τά συναισθήματα
μέσα στίς καρδιές τους. Ἡ ἀβεβαιότητα καί ἡ ἀπογοήτευση εἶχαν ἀρχίσει νά διαδέχονται
σταδιακά ἐκείνη τήν πρώτη ἀμυδρή ἐλπίδα μέ τήν ὁποία ζοῦσαν, προσδοκοῦσαν καί περίμεναν...
Τό σύνδρομο τῆς ἀπιστίας
τοῦ Θωμᾶ εἶχε ἀρχίσει λοιπόν σιγά σιγά νά εἰσχωρεῖ στή ζωή τους. Ἡ ἴδια ἐκείνη ἀμφιταλάντευση
μεταξύ πίστης καί ἀπιστίας, ἀπό τήν ὁποία εἶχε δοκιμαστεῖ καί ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος
καί μαθητής τοῦ Χριστοῦ, διεκδικοῦσε τώρα ἀπαιτητικά μιά θέση καί στίς δικές τους
ψυχές. Ἦταν φανερό ὅτι οἱ ψυχές τους πάλευαν μέ τό σκοτάδι τῆς ἀπιστίας, ὅπως ἀκριβῶς
τό φῶς τῆς ἡμέρας παλεύει νά νικήσει τό πηχτό
σκοτάδι τῆς νύχτας.
Ἔπρεπε, ἀπ᾿ ὅτι φαίνεται,
καί οἱ ἴδιοι –ὅπως κάποτε καί ὁ ἀπόστολος Θωμᾶς– νά ψηλαφίσουν πρῶτα τό θαῦμα...
Ἀλλά τό θαῦμα ἀργοῦσε
ἀκόμη νά ἔρθει...
Ἔμοιαζαν μήπως οἱ
ψυχές τους μέ ἐκεῖνες τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, πού μετά τόν θάνατο τοῦ Διδασκάλου
τους ἐπάνω στόν Σταυρό εἶχαν γεμίσει ἀπογοήτευση καί εἶχαν χάσει πλέον κάθε ἐλπίδα
γιά ὅσα Ἐκεῖνος τούς εἶχε ὑποσχεθεῖ λίγο πρίν ἀπό τό τέλος Του;
Πίστη καί ὀλιγοπιστία
συνυπῆρχαν καί στούς Ἀποστόλους...
Στίς πιό δύσκολες
στιγμές τῆς ζωῆς μας εἶναι ἀλήθεια ὅτι λησμονοῦμε, μᾶλλον, τήν παντοδυναμία τοῦ
Θεοῦ. Καί ὀλιγοπιστοῦμε...
Ὅμως ὅταν ὅλες οἱ
ἀνθρώπινες ἐλπίδες διαψεύδονται, τότε εἶναι πού ἐπεμβαίνει ὁ Θεός. Ὅταν φθάνουμε
σέ ἀδιέξοδο καί ἔχουμε ἀρχίσει ἤδη νά ταλαντευόμαστε ἀνάμεσα στήν πίστη καί τήν
ἀπιστία, τότε ὁ Θεός δίνει λύση καί διέξοδο. Τότε μόνο, ὅταν νομίζουμε ὅτι γιά μᾶς
ὅλα ἔχουν πιά τελειώσει, τότε ὁ Θεός ἀπαντᾶ στίς ἐκκλήσεις καί τίς προσευχές μας.
Τότε παρουσιάζεται καί δίνει τή λύση. Τότε φανερώνεται. Καί πράγματι τότε διανοίγονται
καί οἱ ὀφθαλμοί μας. Τότε Τόν βλέπουμε τόν Θεό...
Ὁ Ἅγιος ἐπιστρέφει στό σπίτι του
...Ἦρθε
τό Πάσχα καί πέρασε. Ἕνας μήνας ἀκριβῶς εἶχε ἤδη κυλήσει ἀπό τήν ἡμέρα τῆς κλοπῆς.
Μετά ἀπό τόσο διάστημα ἀδιάκοπης ἀναζήτησης καί ἔρευνας ἐκ μέρους τῆς Ἀστυνομίας
φάνταζε μᾶλλον ὡς ὑπερβολική τώρα ὁποιαδήποτε αἰσιόδοξη πρόβλεψη.
Εἶχαν διαψευσθεῖ
οἱ ἐλπίδες τους. Καί ἦταν τώρα κλειδωμένες οἱ πόρτες τῆς καρδιᾶς τους. Ἡ ἀπαισιοδοξία
εἶχε καταφέρει νά τρυπώσει καί νά θρονιασθεῖ στίς ψυχές τους. Εἶχαν τήν ἐλπίδα.
Ἀλλά κάποια στιγμή ἔπαψαν νά ἐλπίζουν. Στήν κρισιμότερη ὥρα τῆς δοκιμασίας τους
λησμόνησαν τήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ. Τότε ἀκριβῶς πού θά ἔπρεπε νά τήν θυμοῦνται.
Καί ὀλιγοπίστησαν ὅπως ὁ ἀπόστολος Θωμᾶς. Πίστεψαν πώς ὅλα εἶχαν τελειώσει καί ὅτι
δέν θά ἔβλεπαν ξανά τό ἱερό λείψανο. Τότε ὅμως, στήν πιό κρίσιμη ὥρα τῆς δοκιμασίας
τους, τότε ἦταν πού ἦρθε καί ἡ ἀπάντηση ἀπό τόν Ἅγιο. Καί ἦρθε μέ τρόπο θαυμαστό
γιά νά ἀνοίξει τίς καρδιές τους στό φῶς.
Ξαφνικά, ἐντελῶς
ἀπρόσμενα, ἕνα τηλεφώνημα τό ἀπόγευμα τῆς 15ης Ἀπριλίου καί ἡ φωνή κάποιου ἱερέα
πού ἔλεγε· «Ἔχω κάτι πολύτιμο γιά τή μονή σας καί ἔρχομαι νά σᾶς τό φέρω», ἀναπτέρωσε
τίς ἐξανεμισμένες ἐλπίδες τῶν πατέρων.
Ὁ Ἅγιος παρηγορεῖ τούς μοναχούς
Ἐκεῖ
πού οἱ ἀνθρώπινες προσπάθειες γιά τήν ἀνεύρεση τοῦ ἱεροῦ λειψάνου ἔδειχναν ἀνεπαρκεῖς
καί ἀτελέσφορες, ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Νικόδημος φρόντισε, μέ θαυμαστό τρόπο, γιά τήν
ἐπιστροφή του στό μοναστήρι του. Ἔδωσε ὁ ἴδιος λύση στό ἀδιέξοδο. Μεσολάβησε ἐκεῖνος
παρακαλώντας τόν δράστη νά τόν πάει πίσω στή μονή του, στό σπίτι του. Χωρίς ἀπειλές
ἤ ἄσκηση βίας ἀλλοίωσε τήν ψυχή τοῦ ἱερόσυλου καί τόν ἔφερε σέ κατάσταση μετανοίας
καί ἐσωτερικῆς συντριβῆς. Ὡς ἄλλος παράκλητος τόν παρακίνησε νά ἐπιστρέψει τό ἱερό
λείψανό του στή μονή, ὅπου ἀναπαυόταν ἐδῶ καί χρόνια. Καί ὑπάκουσε ὁ ἱερόσυλος στίς
ἐπίμονες παρακλήσεις τοῦ Ἁγίου. Κάτι συνέβη στήν ψυχή του. Καί ἐπέστρεψε τό τίμιο
λείψανο.
Ὁ Ἅγιος ἐμφανίζεται στόν ἱερόσυλο
Tί
εἶχε συμβεῖ;
Μετά τήν κλοπή τοῦ
ἱεροῦ λειψάνου, ὁ ἅγιος Νικόδημος παρουσιάστηκε ὁλοζώντανος μπροστά στόν ἕναν ἀπό
τούς δύο δράστες καί τόν παρακάλεσε (ναί, τόν παρακάλεσε!) νά ἐπιστρέψει τό κλεμμένο
λείψανό του στή μονή. Ὁ ἱερόσυλος καταθορυβήθηκε μέ τίς ἐμφανίσεις τοῦ Ἁγίου. Ἐπί
ἕνα μήνα δέν μποροῦσε νά κοιμηθεῖ ἥσυχος τό βράδυ. Τόσο πολύ μάλιστα συγκλονίστηκε
ψυχικά ἀπό τό γεγονός αὐτό, ὥστε –ὅπως ἀργότερα ἀνέφερε στήν ἐξομολόγησή του– ἡ
πράξη τῆς αὐτοκτονίας φάνταζε στά μάτια του ὡς ἡ ἰδανικότερη λύση-διέξοδος γιά τήν
ἀνίερη πράξη του.
Συντριμμένος ἀπό
τόν ἔλεγχο καί τίς ἐμφανίσεις τοῦ Ἁγίου, νοιώθοντας ἐνοχές καί τύψεις ἀπό τό βαρύ
ἔγκλημα τῆς ἱεροσυλίας πού εἶχε διαπράξει, ὁ δράστης ἀναζήτησε πνευματικό. Λογισμοί
ἀναστάτωναν διαρκῶς τόν νοῦ του καί δέν τόν ἄφηναν καθόλου σέ ἡσυχία. Εἶχε χαθεῖ
ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς του. Ἡ ταπεινή μορφή τοῦ ἁγίου Νικοδήμου παρουσιαζόταν κάθε τόσο
μπροστά του. Ἄκουγε τή μειλίχια φωνή του νά τόν νουθετεῖ μέ πατρική ἀγάπη καί τοῦ
ἐρχόταν νά τρελλαθεῖ. Μιά ἔντονη πάλη γινόταν μέσα του. Τελικά πῆρε τήν ἀπόφαση.
Βρῆκε ἕναν ἱερέα καί τοῦ ἄνοιξε τήν καρδιά του. Γονατισμένος μπροστά στό πετραχήλι
του, μέ λυγμούς καί δάκρυα, ἐξομολογήθηκε μεταμελημένος τό μεγάλο ἁμάρτημά του.
Μέ μεγάλη δυσκολία κατάφερε νά ἀρθρώσει στήν ἀρχή τά πρῶτα λόγια καί νά δώσει στόν
ἱερέα νά καταλάβει τί ἀκριβῶς συνέβη. Καυτά δάκρυα μετανοίας κυλοῦσαν ἀπό τά μάτια
του πού τόν ἐμπόδιζαν νά μιλήσει. Μπροστά στίς ἐπίμονες ἐρωτήσεις τοῦ πνευματικοῦ,
ποιά μεγάλη ἁμαρτία εἶχε διαπράξει γιά νά βρίσκεται τώρα σ’ αὐτή τή δεινή ψυχολογική
κατάσταση, ἐκεῖνος ξέσπασε ὁλοφυρόμενος. «Πάτερ», τοῦ εἶπε, «ἔκανα μιά πολύ μεγάλη
ἁμαρτία. Ἔγινα ἱερόσυλος. Ἔκλεψα τό λείψανο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. Καί δέν μπορῶ νά
ἡσυχάσω. Τέσσερεις φορές παρουσιάστηκε μπροστά μου ὁλοζώντανος ὁ Ἅγιος καί μοῦ εἶπε
παρακλητικά: “Παιδάκι μου, σέ παρακαλῶ, νά μέ πᾶς πίσω στό σπίτι μου, ἀπό ’κεῖ
πού μέ πῆρες... Πολύ μέ ταλαιπώρησες. Κουράστηκα...”. Πάτερ μου, σέ παρακαλῶ
πάρ’ το νά τό πᾶς ἐσύ. Ἐγώ δέν ἔχω τή δύναμη νά πάω νά τό δώσω. Ὅταν θά συνέλθω,
τότε θά πάω στή μονή νά βρῶ τόν Ἡγούμενο καί θά τοῦ ζητήσω συγγνώμη»...
Δεύτερη Ἀνάσταση στό Ἱερό Κοινόβιο
Ἕνα
μήνα ἀκριβῶς κράτησε ἡ δοκιμασία τῶν πατέρων. Καί ὁ ἐπίλογος αὐτῆς τῆς δυσάρεστης
ὑπόθεσης, πού ξεκίνησε τόσο δυσοίωνα στίς 15 Μαρτίου τοῦ 2010, γράφτηκε ἕνα μήνα
ἀργότερα μέ τρόπο πραγματικά ἐντυπωσιακό.
Στίς 6 τό ἀπόγευμα
τοῦ Σαββάτου (17 Ἀπριλίου 2010), ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀπό πιστούς καί φίλους τοῦ Ἱεροῦ
Κοινοβίου ὑποδέχθηκαν ἐπίσημα τόν ἅγιο Νικόδημο. Τόν καλωσόρισαν ξανά στό σπίτι
του.
Στό τέλος τοῦ μεγάλου
πανηγυρικοῦ Ἑσπερινοῦ ὁ ἅγιος Καθηγούμενος τῆς μονῆς, ἀρχιμανδρίτης Χρυσόστομος,
κατασυγκινημένος ἐκφώνησε λόγο καί ἀνάμεσα σέ ἄλλα εἶπε ὅτι «ὅπως ἀνέστη ὁ Χριστός,
ἔτσι ἐλπίζαμε –ἀμυδρῶς ἐμεῖς, σάν τόν Θωμᾶ– ὅτι ὁ Ἅγιος θά βρεῖ τρόπο νά ἐπανέλθει.
Καί ἐνῶ ἡ ἀγωνία μας κορυφωνόταν, φθάνοντας μέχρι τό σημεῖο νά ποῦμε ὅτι δέν ὑπάρχει
ἐλπίδα νά βρεθεῖ τό τίμιο καί ἱερό λείψανο, ξαφνικά μέσα στό σκοτάδι αὐτό, παραμερίστηκε
ὁ θάνατος καί ἦρθε ἡ Ἀνάσταση. Γι’αὐτό ἀποφασίσαμε, κάθε χρόνο, τήν Κυριακή τοῦ
Θωμᾶ, νά ἑορτάζουμε τό γεγονός αὐτό, γιά νά θυμόμαστε ὅτι δέν πρέπει νά ὀλιγοπιστοῦμε
καί νά χάνουμε τίς ἐλπίδες μας...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου