Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2020

Περί απογνώσεως (δηλαδή, περί απελπισίας)

 Απόδοση στην Νεοελληνική:

Σάββας Ηλιάδης

Δάσκαλος

Το βιβλίο «ΠΑΝΔΕΚΤΗΣ ΤΩΝ ΘΕΟΠΝΕΥΣΤΩΝ ΓΡΑΦΩΝ» αποτελεί αποθησαύριση μελετών, στο οποίο αποκαλύπτεται το πνεύμα των αγίων Γραφών για κάθε αρετή και κακία μέσα σε 130 Κεφάλαια. Γράφτηκε από τον Μοναχό Αντίοχο τον Πανδέκτη (τον εκ Γαλατίας) και εκδόθηκε με την εγγυητική σφραγίδα και υπογραφή του αγίου Νεκταρίου. Όμως, επειδή καθίσταται δυσανάγνωστο και δυσνόητο από τους περισσότερους χριστιανούς, λόγω της αρχαίας που χρησιμοποιεί, δεν κυκλοφορείται όσο του αξίζει και παραμένει άγνωστο. Εμείς προσπαθούμε, συν Θεώ και στο κατά δύναμη, να αποσπάσουμε επίκαιρα θέματα και να τα δημοσιεύσουμε, μεταφέροντάς τα στην Νεοελληνική. Και νομίζουμε πως, με τους καιρούς που διατρέχουμε, το ως άνω θέμα είναι πολύ επίκαιρο και θα αναπαύσει και θα βοηθήσει πολλές ψυχές.

Απόσπασμα από τον 27ο  Λόγο

Το πάθος της απογνώσεως είναι το φοβερότερο και πλέον δυσθεράπευτο από όλα τα άλλα πάθη που προηγούνται, μέχρι να πέσει η ψυχή σ` αυτό. Διότι οδηγεί τον άνθρωπο στην απιστία και στην απελπισία` και ως εκ τούτου παραδίνει τον εαυτό του στα χέρια των πονηρών δαιμόνων και καθίσταται γι` αυτούς τροφή και αντικείμενο δαιμονικής χαράς. Όπως αντιθέτως ο πιστός, ο οποίος ελπίζει, είναι τροφή του Χριστού «διότι, λέει, δική μου πολυτιμότατη τροφή είναι να πράττω το θέλημα Εκείνου, ο οποίος με έστειλε, του Πατέρα μου» (Ιω. 4,34). Θέλημα δε του Πατέρα του είναι το να σωθούν όλοι οι άνθρωποι. Έτσι και του πονηρού και ανθρωποκτόνου διαβόλου το θέλημα είναι να φέρει τον άνθρωπο στην απόγνωση και να τον οδηγήσει στην απώλεια, στον πνευματικό θάνατο.

Εμείς λοιπόν, που ντυθήκαμε τον Χριστό και είμαστε μέλη του σώματός του και ακούμε απ` αυτόν να λέει ότι «εγώ δεν ήλθα να καλέσω εκείνους που νομίζουν τον εαυτό τους δίκαιο, αλλά τους αμαρτωλούς, για να τους οδηγήσω στην μετάνοια και την σωτηρία» (Ματθ.9,13), ας αγωνιστούμε με την μετάνοια, ώστε να εξευμενίσουμε τον αμνησίκακο Θεό μας, για να μην ακούσουμε από τον Ιερεμία` «Μήπως εκείνος που πέφτει, δεν σηκώνεται; Μήπως εκείνος που χάνει τον δρόμο του και παραπλανάται, δεν προσπαθεί να επιστρέψει;»(Ιερ.8,4). Και πάλι` «Δεν υπάρχει λοιπόν ιαματικό βάλσαμο στην χώρα Γαλαάδ ή δεν βρίσκεται εκεί γιατρός; Διότι αυτός ο λαός μου παραπλανάται σε μίαν αδιάντροπη απομάκρυνση από μένα»(Ιερ. 8,22)    

  .

Έχοντας λοιπόν εμείς, αδελφοί, τον Θεό συμπαραστάτη και βοηθό, ας προσκολληθούμε κατά πάντα επάνω του και ποτέ να μην απομακρυνθούμε απ` αυτόν` «Πλησιάστε κοντά μου, λέει,  και εγώ θα πλησιάσω κοντά σας» (Ιακ.4,8)` διότι αυτός νοιάζεται για μας, καθώς μας εξαγόρασε με το ίδιο του το αίμα. Είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα μεγαλοφυούς και γενναίας ψυχής το να μην απελπίζεται σε καμιά από τις οποιεσδήποτε συμφορές που θα την βρουν. Διότι «τόπος δοκιμασιών και θλίψεων είναι ο βίος του ανθρώπου εδώ πάνω στη γη» (Ιώβ, 7,1). Αλλά εμείς να μην απομακρυνθούμε από τον Κύριο, μέχρι να δώσει εκείνος την εντολή να φύγουν από πάνω μας οι πειρασμοί και έτσι να επιστρέψουμε ξανά στην αληθινή ζωή με την υπομονή και την σταθερή απάθεια. Διότι είναι πολύ χειρότερο το να απελπίζεται κανείς από το να αμαρτάνει. Ο Ιούδας ο προδότης ήταν μικρόψυχος και άπειρος σε τέτοιου είδους πόλεμο και γι` αυτό, όταν μπήκε μέσα του η απελπισία, έτρεξε αμέσως ο εχθρός και περιτύλιξε τον λαιμό του με σχοινί και κρεμάστηκε. Ο Πέτρος όμως, η στερεά πέτρα, αφού περιέπεσε σε μεγάλη αμαρτία, επειδή ήταν εμπειροπόλεμος, δεν απελπίστηκε ούτε περιέπεσε σε αθυμία, αλλά πρόσφερε πολύ πικρά δάκρυα μετάνοιας μέσα από την φλεγόμενη καρδιά του. Και όταν το είδε αυτό ο διάβολος στην όψη του Πέτρου να καίγεται σαν από φωτιά, έφυγε γρήγορα μακριά του, αλαλάζοντας με φοβερές κραυγές.

Μη λοιπόν απελπιζόμαστε με τον εαυτό μας, αγαπητοί, αλλά μάλλον παίρνοντας δύναμη και ασφαλιζόμενοι από το φως της πίστης, να φωνάζουμε με πολύ θάρρος και άνεση προς τον πονηρό: «τι σχέση έχουμε εμείς με σένα, αποξενωμένε του Θεού και δραπέτη των ουρανών και δούλε πονηρέ; Εσύ δεν έχεις κανένα δικαίωμα απέναντί μας. Ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, έχει την εξουσία και σε μας και στα πάντα. Σ` αυτόν αμαρτάνουμε και σ` αυτόν θα απολογηθούμε. Εσύ δε φύγε μακριά μας, καταστροφέα. Διότι εμείς έχοντας εγγυητή τον Τίμιο Σταυρό του, πατάμε επάνω σε σένα το φίδι και μάλιστα στο κεφάλι σου». Έτσι λοιπόν να αντιστεκόμαστε εμείς πάντοτε στον αντίπαλο, με θάρρος και να μην παραδίνουμε τους εαυτούς μας στην απόγνωση. Και, αν οι δαίμονες, που παρακάλεσαν τον Κύριο να μην τους στείλει στην άβυσσο, είδαν να γίνεται δεκτό το αίτημά τους, πόσο μάλλον θα εισακουστεί αυτός που έχει ντυθεί τον Χριστό, παρακαλώντας τον να τον ελευθερώσει από τον νοητό θάνατο; Μη λοιπόν χάνουμε την ελπίδα μας, αλλά ας σταθούμε σταθεροί στην εξομολόγηση και ας προσευχηθούμε με κατάνυξη:

«Δέσποτα, Κύριε του ουρανού και της γης, Βασιλεύ των αιώνων, ευδόκησε να ανοίξει για μένα η θύρα της μετάνοιας, διότι με πόνο ψυχής σε ικετεύω, εσένα τον αληθινό Θεό, τον Πατέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, το φως του κόσμου, να στρέψεις με συμπάθεια το βλέμμα σου και με την θεία σου ευσπλαχνία και να δεχτείς την παράκλησή μου. Και να μην την αποστραφείς, αλλά να με συγχωρέσεις, εμένα, ο οποίος έχω περιπέσει σε πολλά αμαρτήματα. Σκύψε και άκουσε την δέησή μου και συγχώρησέ μου όλα, όσα κακά διέπραξα ως άνθρωπος νικημένος από την κακή χρήση της ελευθερίας, που εσύ μου χάρισες. Ποθώ την ψυχική μου γαλήνη και δεν την βρίσκω, διότι δεν με αφήνει η συνείδησή μου. Περιμένω υπομονετικά να έρθει η ειρήνη και δεν υπάρχει μέσα μου ειρήνη, εξαιτίας της βαθιάς κατάπτωσης από το πλήθος των πολλών μου αμαρτημάτων. Άκουσε, Κύριε, την καρδιά μου που σου φωνάζει και μην λάβεις υπόψη σου τα φαύλα μου έργα. Αλλά σκύψε επάνω στον πόνο της ψυχής μου και θεράπευσέ με γρήγορα, που είμαι βαριά τραυματισμένος. Και χάρισέ μου χρόνο για μετάνοια, σύμφωνα με την χάρη της φιλανθρωπίας σου, σώσε με  δε, από τα ατιμότατα έργα που διέπραξα. Μην μου τα ανταποδώσεις ούτε να θελήσεις να με τιμωρήσεις ανάλογα με τα όσα έπραξα, για να μην οδηγηθώ στην οριστική απώλεια. Άκουσέ με, Κύριε, που βρίσκομαι σε απόγνωση. Διότι εγώ, που απογυμνώθηκα από κάθε προθυμία και σκέψη για να διορθώσω τον εαυτό μου, προσπίπτω στην ευσπλαχνία σου, να με ελεήσεις, που είμαι πεσμένος καταγής εξαιτίας της ψυχικής ταλαιπωρίας των αμαρτιών μου. Ελευθέρωσέ με, Δέσποτα, τον αιχμάλωτο και σκλαβωμένο και όμοιο με αλυσοδεμένο σφιχτά, από τις πράξεις μου. Διότι, μόνο εσύ γνωρίζεις να απελευθερώνεις τους σκλαβωμένους, να θεραπεύεις τις πληγές που δεν φαίνονται, τα οποία μόνο εσύ τα γνωρίζεις, εσύ που είσαι ο γνώστης όλων των κρυφίως γινομένων. Όσα κακά προστέθηκαν στην ψυχή μου από τα πάθη μου, για όλα σε αναγνωρίζω και σε ονομάζω γιατρό πάντων των κακώς εχόντων, θύρα εισόδου, γι` αυτούς που θρηνούν από έξω, οδό των πλανεμένων, φως αυτών που ζουν στο σκοτάδι, λυτρωτή αυτών που τους έκλεψε η αμαρτία και ο διάβολος, που απλώνεις συνεχώς το χέρι σου και δεν εξαπολύεις την οργή σου, η οποία είναι έτοιμη να ξεσπάσει επάνω στους αμαρτωλούς, αλλά από την πολλή σου φιλανθρωπία, χαρίζεις καιρό μετανοίας και επιστροφής. Φανερώσου σε μένα, Δέσποτα, που έχω πέσει σε πολύ άσχημη κατάσταση, εσύ που πολύ γρήγορα ελεείς και αργείς να τιμωρήσεις και με την θεία σου ευσπλαχνία ευδόκησε να μου προσφέρεις χείρα βοηθείας και βγάλε με από τον βόθρο των ανομιών μου. Διότι, εσύ είσαι ο μόνος Θεός μας, που δεν θέλεις την απώλεια των αμαρτωλών ούτε αποστρέφεσαι πρόσωπο, που σε ατενίζει με δάκρυα ελπίδας. Άκουσε, Κύριε, την φωνή του δούλου σου, που σου φωνάζει και φανέρωσέ μου το φως σου σε μένα τον σκοταδιασμένο και στείλε μου την ζωτική δύναμη του Αγίου σου Πνεύματος και χάρισέ μου πολλή προθεσμία, για να ανανήψω, καθώς αισθάνομαι τον εαυτό μου να βρίσκεται σε πολύ μεγάλη απόγνωση. Άλλαξε, Κύριε, «τον θρήνο μου σε χαρά, σχίσε τον τρίχινο σάκο μου, που φοράω σε ένδειξη πένθους και ταπεινώσεως, και πλημμύρισε και περιτύλιξέ με με ευφροσύνη» (Ψαλμ. 29,12)·και δείξε την εύνοιά σου, ώστε να σταματήσω τα σκοτεινά μου έργα και να απολαύσω την πρωινή ανάπαυση, όπως συμβαίνει με τους εκλεκτούς σου, Κύριε, από τους οποίους χάθηκε, εξαφανίστηκε η οδύνη, η λύπη και ο στεναγμός. Και να μου ανοιχτεί η θύρα της βασιλείας σου, έτσι ώστε, αφού μπω μέσα μαζί με αυτούς που απολαμβάνουν το φως του προσώπου σου, Κύριε, να κερδίσω και την αιώνια ζωή, στο όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού».

Αν έρθουμε κοντά του έτσι, με ταπεινή καρδιά, θα δεχτεί την δέησή μας. Με κάθε λοιπόν καθαρότητα οφείλουμε να τον υμνούμε και να τον δοξάζουμε, διότι αυτός είναι η αιτία όλων των αγαθών και η αρχή και η ουσία και η ζωή. Και όσων ξεπέφτουν από αυτήν γίνεται αυτός η ανάκληση και η ανάσταση, αυτών δε που τείνουν να ξεφύγουν γίνεται ανακαινιστής και αναμορφωτής, τους δε σταθερά αγωνιζομένους τους συγκροτεί και τους ασφαλίζει. Λέει δε και ο Εκκλησιαστής` Υπάρχει ελπίδα, «διότι ένα ζωντανό σκυλί είναι ανώτερο από ένα λιοντάρι μεγαλοπρεπές, αλλά νεκρό». (Εκκλ. 9,4).

…Μη λοιπόν αποδεχτούμε, αγαπητοί, την καταστροφική συμβουλή του διαβόλου, δηλαδή, αυτήν της απελπισίας, αλλά ούτε να του δώσουμε το παραμικρό δικαίωμα να βρει τρόπο, για να μπει στην καρδιά και στον νου μας, διότι αυτή είναι η μεγαλύτερη και τελειότερη χαρά του διαβόλου. Αλλά ας ανακτήσουμε την πνευματική μας διαύγεια, όπως ο άσωτος γιος και ας επιστρέψουμε προς τον εύσπλαχνο Πατέρα μας, με θείο φόβο αλλά και με χαρά και να του πούμε` «Πατέρα μου, αμάρτησα στον ουρανό και ενώπιόν σου, δέξου με σαν έναν από τους δούλους σου» (Λουκ.15,21)` και βάλε με μέσα στο μαντρί σου, εμένα, το χαμένο πρόβατο, για να μη με βρει έξω ο λύκος, ο καταστροφέας διάβολος και με κατασπαράξει. Διότι σε γνωρίζω, Δέσποτά μου, εσένα τον καλό ποιμένα και το ασφαλές λιμάνι των βασανισμένων, την ελπίδα των απελπισμένων, τον ιατρό των απογοητευμένων. Περιτύλιξε καλά τις πληγές, τις οποίες μου προκάλεσαν οι ληστές και άλειψέ τες με λάδι και κρασί και θεράπευσέ τες».

Εσύ είπες, Κύριε` «δεν χρειάζονται γιατρό οι υγιείς, αλλά οι άρρωστοι». (Ματθ.9,12). Αν λοιπόν προσευχηθείς με αυτόν τον τρόπο, θα σε σηκώσει όπως τον Παράλυτο και θα σου πει` «πρόσεξε· έγινες υγιής· μην αμαρτάνεις από δω και πέρα πια»(Ιω. 5,14).

Διότι, ο ίδιος ο Κύριος είπε την παραβολή για την χήρα και τον άδικο κριτή, ότι πρέπει εμείς πάντοτε να προσευχόμαστε και να μην λιγοψυχούμε. Και μας εμψυχώνει με τον λόγο του` «ο Θεός ο πανάγαθος και δίκαιος δεν θα αποδώσει το δίκαιο στους εκλεκτούς του, οι οποίοι φωνάζουν προς αυτόν με τις προσευχές τους μέρα και νύχτα, έστω και αν σε πολλές περιστάσεις δεν απαντά αμέσως, αλλά αναβάλλει με τον σκοπό αυτούς μεν να τους στηρίξει στην πίστη και εκείνους που αδικούν, να τους καλέσει σε μετάνοια; (Λουκ.18,7).  Ναι, σας λέω πως θα τους αποδώσει το δίκαιο και μάλιστα πολύ γρήγορα». Σ` Αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Εκδόσεις: «ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΥΨΕΛΗ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου