παπα-Ηλίας Υφαντής
Ο Ζακχαίος του Ευαγγελίου της σημερινής Κυριακής (31-1-21) είχε έργο
ανάλογο με αυτό της τωρινής ντόπιας πολιτικοοικονομικής μαφίας. Ήταν
αρχιτελώνης. Που-στη γλώσσα των ανθρώπων της εποχής εκείνης-σήμαινε αρχιληστής.
Γιατί εισέπραττε-για λογαριασμό των κυρίαρχων Ρωμαίων-απ’ το λαό τον κατοχικό
φόρο. Αλλά παράλληλα, με εκβιασμούς και διάφορες άλλες νομιμοφανείς
μεθοδεύσεις, εισέπραττε, για δικό του λογαριασμό, πολύ περισσότερα. Σε τρόπο,
ώστε, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, να γίνει πλούσιος.
Ο, τι, δηλαδή ισχύει και για τη σημερινή πολιτικοοοικονομική συμμορία. Η
οποία ληστεύει το λαό, προκειμένου να ικανοποιήσει τις ληστρικές απαιτήσεις των
τοκογλύφων. Αλλά παράλληλα προσπορίζει και στα δικά της θυλάκια, όσο γίνεται
υψηλότερες αποδοχές και ληστρικότερες μίζες. Κι όμως. Ο άπληστος λήσταρχος
της ευαγγελικής διήγησης περιέργως και παραδόξως, διακατεχόταν από την
ακατανίκητη επιθυμία να ιδεί τον Χριστό.
Σε αντίθεση με τα σημερινά αρπακτικά, που με κάθε τρόπο-ύπουλο ή εμφανή-αγωνίζονται να εξαφανίσουν-απ’ τη δημόσια ζωή και ιδιαίτερα την παιδεία- ο, τι έχει σχέση με τον Χριστό. Και μάλιστα με το πρόσχημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όταν αυτό, που επιδιώκουν αναφανδόν και με όλους τους δυνατούς τρόπους είναι η καταπάτηση των δικαίων και η εξαφάνιση των δικαιωμάτων του λαού. Προκειμένου να επιβάλλουν το δικό τους απάνθρωπο μεσαιωνικό καθεστώς.
Πιθανότατα η ακατανίκητη επιθυμία του Ζακχαίου να ιδεί τον Χριστό οφειλόταν
στο γεγονός ότι τον συνέθλιβε το αδυσώπητο μίσος του λαού για τη ληστρική του
συμπεριφορά. Και επιζητούσε να δώσει μια διέξοδο στην ηθική του πνιγμονή. Μια
και είχε πληροφορηθεί ότι ο Χριστός περιέβαλε με συμπάθεια τους αμαρτωλούς. Και
η ευκαιρία, για να ικανοποιήσει την επιθυμία του, του δόθηκε, όταν ο Χριστός
επισκέφτηκε την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Ιεριχώ.
Αλλά δεν μπορούσε να τον ιδεί, εξαιτίας του γεγονότος ότι ήταν κοντός,
καθώς ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων είχε συνωστισθεί γύρω από τον Χριστό. Γι’ αυτό
αναγκάστηκε να προβεί σε μια ακατανόητη, για την κοινωνική του θέση, ενέργεια:
Να σκαρφαλώσει, δηλαδή, σε ένα δέντρο, που βρισκόταν στο δρόμο, απ’ όπου θα
περνούσε ο Χριστός.
Και βέβαια η ενέργειά του αυτή θα προκάλεσε, όπως φαίνεται, το καθολικό
ξέσπασμα του λαού εναντίον του: Με αποδοκιμασίες, γιουχαΐσματα, σφυρίγματα ,
κλπ. Αλλά παράλληλα τράβηξε και την προσοχή του Χριστού. Ο οποίος-σε αντίθεση
με την γενική κατακραυγή και αποδοκιμασία εναντίον του Ζακχαίου- προέβη κι
αυτός, με τη σειρά του, σε μια ακατανόητη για τον λαό ενέργεια: «Ζακχαίε, του
φώναξε, κατέβα γρήγορα, γιατί πρέπει να φιλοξενηθώ στο σπίτι σου»!
Και βέβαια η χαρά του Ζακχαίου ήταν απερίγραπτη, καθώς ο περίφημος αυτός
προφήτης του έκανε την εξαιρετική τιμή να τον επιλέξει, παρόλη την καθολική
αποδοκιμασία, να φιλοξενηθεί στο σπίτι του. Και χαλάρωνε έτσι τον ασφυκτικό
χαλκά της ηθικής του απομόνωσης. Αλλά παράλληλα, όπως ήταν ευνόητο, καθολική
ήταν και η αποδοκιμασία σε βάρος του Χριστού, για την επιλογή του να
φιλοξενηθεί στο σπίτι ενός ανθρώπου καταδικασμένου στη συνείδηση του λαού.
Αλλά η συνέχεια απόδειξε πως η επιλογή του Χριστού ήταν εύστοχη και άστοχος
ο γογγυσμός του λαού. Γιατί ο Ζακχαίος πήρε άμεσα καταλυτικές για τον μέχρι
τότε βίο και την πολιτεία του αποφάσεις. Και αναλύθηκε σε ένα ξέσπασμα
φιλανθρωπίας, αλλά και δικαιοσύνης: Δίνω, είπε, τη μισή περιουσία μου στους
φτωχούς. Και σε όσους αδίκησα, τους τα επιστρέφω τετραπλάσια.
Και ο Χριστός, στρεφόμενος, προφανώς, προς το διαμαρτυρόμενο πλήθος είπε:
Να που δικαιώθηκε η δική μου επιλογή. Αφού σήμερα ήρθε και στο σπίτι του
Ζακχαίου η σωτηρία. Γιατί δική μου δουλειά δεν είναι να συναγελάζομαι με
τους-θεωρητικά-δίκαιους και έντιμους, αλλά να αναζητάω αυτούς, που έχασαν τον
προσανατολισμό τους στη ζωή και να τους οδηγώ στο δρόμο της σωτηρίας.
Και βέβαια-θα αναρωτηθεί ο σημερινός άγρια λεηλατημένος λαός: Το ίδιο
ισχύει και για τα καθάρματα, που, στις μέρες μας, μας καταληστεύουν;
Βεβαιότατα, αν είχαν επιδείξει την αρμόζουσα απέναντι στο λαό προσωπική και
πολιτική συμπεριφορά! Αλλά ποιος τους είδε να διακατέχονται από τέτοιου είδους
ανθρώπινες ευαισθησίες; Όταν γίνονται ολοένα και αρπακτικότεροι και
κυνικότεροι. Και, μάλιστα κυνηγούν με ολοένα μεγαλύτερη λύσσα όποιους τολμήσουν
να μιλήσουν για ανθρωπιά και δικαιοσύνη. Πάντα στο όνομα της άδικης δικαιοσύνης
τους. Που στηρίζεται πάνω σε παπατζίδικους νομικισμούς.
Γι’ αυτό, και ο λαός έχει κάθε δίκιο και δικαίωμα να τους
αποδοκιμάζει και να τους καταδικάζει, σε κάθε στιγμή και με όλους τους
δυνατούς τρόπους. Εφόσον οι αμετανόητοι αυτοί λήσταρχοι επιμένουν να παραμένουν
αμετακίνητοι στη ληστρική τους αρπακτικότητα!
Κι όχι όνο αυτό. Αλλά κι αν κάποιος τολμήσει να τους κατηγορήσει για τις ρεμούλες, που κάνουν και τις μίζες, που εισπράττουν «το παίζουν» εύθικτοι
και από πάνω γίνονται και ιταμοί. Καταγγέλλοντας ως συκοφάντες αυτούς, που
δικαίως τους κατηγορούν. Και υποβάλλοντας εναντίον τους μηνύσεις και αγωγές με
τις οποίες απαιτούν μεγάλα ποσά, ώστε να αναγκάσουν τους κατηγόρους τους να
σωπάσουν. Και βέβαια να ρίξουν στάχτη στα μάτια του λαού, σε τρόπο ώστε να
αμφιβάλλει για την συμμετοχή τους στα σκάνδαλα.
Αλλά να που η πραγματικότητα φωνάζει ότι τα όσα χάνονται απ’ την τσέπη του
λαού και τα δημόσια ταμεία, δεν μπορεί να εξατμίζονται, αλλά μπαίνουν στα
θυλάκια των εκάστοτε αρμοδίων. Οι οποίοι οφείλουν να τα επιστρέψουν. Και η
περαιτέρω αντάξια της φαυλότητάς τους τιμωρία θα ήταν να καταδικαστούν να ζουν
του λοιπού με τις κατώτερες συντάξεις, που οι ίδιοι αποφασίζουν να δίνονται στον λαό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου