Κωνσταντίνος Μαργέλης
Λίγο πριν τη μάχη των Μύλων της Αργολίδας στις 13 Ιουνίου του 1825, ο Γάλλος ναύαρχος Δεριγνύ προειδοποίησε τον Μακρυγιάννη ότι οι θέσεις των Ελλήνων ήταν αδύναμες.
Ο στρατηγός Μακρυγιάννης του απάντησε: «Είναι αδύνατες οι θέσες κι εμείς. Όμως είναι δυνατός ο Θεός που μας προστατεύει, και θα δείξομε την τύχη μας σαυτές τις θέσες τις αδύνατες. Κι αν είμαστε ολίγοι στο πλήθος του Μπραΐμη, παρηγοριόμαστε μέναν τρόπο˙ ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος παλαιόθε και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Και όταν κάνουν αυτήνη την απόφαση, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν. Η θέση όπου είμαστε σήμερα εδώ είναι τοιούτη. Και θα ιδούμε την τύχη μας οι αδύνατοι με τους δυνατούς.»
Νικητές της μάχης των Μύλων απέναντι στον μέχρι τότε ανίκητο Ιμπραήμ στέφθηκαν οι ορθολογιστικά λίγοι και με αδύναμες θέσεις Έλληνες. Η «μαγιά» του Μακρυγιάννη. Εμείς.
Αντίστοιχα ο Κολοκοτρώνης έλεγε: «Ο κόσμος μας έλεγε τρελούς. Ημείς αν δεν είμεθα τρελοί δεν εκάμαμεν την επανάστασην, διατί ηθέλαμεν συλογισθή πρώτον δια πολεμοφόδια, καβαλαρία μας, πυροβολικό μας, πυριτοθήκαις μας, τα μαγαζιά μας, ηθέλαμεν λογαριάσει την δύναμιν την εδική μας, την τουρκική δύναμη.»
Δεν υπολόγισαν ορθολογιστικά τις δυνάμεις τους απέναντι στους Τούρκους οι πρόγονοί μας. Αν το είχαν κάνει, θα ήμασταν ακόμα ραγιάδες. Και δεν είμαστε.
Αλλά, τι ήταν αυτό που ώθησε τους Έλληνες να ξεσηκωθούν για να αποκτήσουν την
ελευθερία τους; O Κολοκοτρώνης εξηγεί: «Η επανάστασης η εδική μας δεν ομοιάζει
με καμιάν απ’ όσες γίνονται σήμερον εις την Ευρώπην. Της Ευρώπης οι
επαναστάσεις εναντίον των διοικήσεών των είναι εμφύλιος πόλεμος. Ο εδικός μας
πόλεμος ήτον ο πλέον δίκαιος, ήτον έθνος με άλλο έθνος, ήτον με ένα λαόν όπου
ποτέ δεν ηθέλησε να αναγνωρισθή ως τοιούτος, ούτε να ορκισθή, παρά μόνον ό,τι
έκαμνε η βία. Ούτε ο Σουλτάνος ηθέλησε ποτέ να θεωρήσει τον ελληνικόν λαόν ως
λαόν, αλλ’ ως σκλάβους.»
«Έθνος με άλλο έθνος» λέει ο Γέρος του Μοριά. Εθνικός ήταν ο χαρακτήρας της
επανάστασης. Γιατί, το έθνος των Ελλήνων του Κολοκοτρώνη είχε βασιλέα τον
Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και φρούρια ανυπότακτα. Το διατυπώνει ξεκάθαρα στο
διάλογο που είχε με τον στρατηγό Χάμιλτον: «Μίαν φοράν, όταν επήραμεν το Ναύπλιον,
ήλθε ο Άμιλτων να με ιδή. Μου είπε ότι: “Πρέπει οι Έλληνες να ζητήσουν
συμβιβασμόν και η Αγγλία να μεσιτεύση”. Εγώ του αποκρίθηκα ότι: “Αυτό δεν
γίνεται ποτέ, ελευθερία ή θάνατος. Εμείς, καπετάν Άμιλτων, ποτέ συμβιβασμόν δεν
εκάμαμεν με τον Τούρκο. Άλλους έκοψε, άλλους εσκλάβωσε με το σπαθί και άλλοι,
καθώς εμείς, εζούσαμεν ελεύθεροι από γενεά εις γενεά. Ο βασιλεύς μας εσκοτώθη,
καμμία συνθήκη δεν έκαμε. Η φρουρά του είχε παντοτινόν πόλεμον με τους Τούρκους
και δύο φρούρια ήταν πάντοτε ανυπότακτα”. Με είπε: “Ποία είναι η βασιλική
φρουρά του, ποία είναι τα φρούρια;”. “Η φρουρά του βασιλέως μας είναι οι
λεγόμενοι κλέφτες, τα φρούρια η Μάνη και το Σούλι και τα βουνά”. Έτσι δεν με
ομίλησε πλέον.».
Όσο για του πού οφείλεται η απελευθέρωσή μας, ο Κολοκοτρώνης το ξεδιαλύνει: «Εις τον καιρόν του προσκυνήματος εφοβήθηκα μόνον διά την πατρίδα μου, όχι άλλη φορά, ούτε εις τας αρχάς, ούτε εις τον καιρόν του Δράμαλη όπου ήλθε με 30000 στράτευμα εκλεκτό, ούτε τότε, μόνο εις το προσκύνημα εφοβήθηκα. Η Ρούμελη ήταν όλη προσκυνημένη, η Αθήνα πεσμένη, τα ρουμελιώτικα στρατεύματα διαλυμένα, μόνον η Πελοπόννησος ήταν μεινεμένη με τα δυο νησιά, Ύδρα και Σπέτσαις, όπου είχαν δύναμιν. Ο Κιουταχής είχε πάρει προσκυνοχάρτια, επάσχιζε να πάρη και ο Ιμπραϊμης δια να στείλη εις την Κωνσταντινούπολιν, και όταν ο μινίστρος της Αγγλίας ή άλλης δυνάμεως εμεσίτευαν εις τον Σουλτάνον δια την Ελλάδα, να τους αποκριθή, ποια Ελλάδα; Η Ελλάς είναι προσκυνημένη, και να τα προσκυνοχάρτια τους. Εκτός από μερικοί κακοί άνθρωποι, ιδού οι άλλοι επροσκύνησαν, Τότε αι δυνάμεις δεν είχαν τίποτε να αποκριθούν, και ημείς εχανόμεθα. Διότι, αν δεν επρόφθανα το προσκύνημα, και επροσκύναε η Πελοπόννησος, τότε τι ήθελα να κάμη και η Ύδρα και οι Σπέτσες; Ήθελε χαθούν. Εβάσταξα τον κόσμο έως ότου έγινε η ναυμαχία εις το Νιόκαστρο, ήλθεν ο Κυβερνήτης και η εκστρατεία των Φραντσέζων.»
Το προσκύνημα. Αυτό ήταν το μόνο που φοβήθηκε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Ούτε τον Δράμαλη, ούτε τον Ιμπραήμ, με τα ασκέρια τους. Το προσκύνημα των Ελλήνων. Τους βάσταξε όμως, ο Γέρος του Μοριά. Και δεν προσκύνησαν. Και απελευθερωθήκαμε.
Σήμερα, ποιος βαστάζει εμάς, τους Έλληνες; Με τι «μυαλά» υπερασπιζόμαστε τα δίκαια της Ελλάδας μας; Με ποια «λογική» προασπίζουμε τα συμφέροντα της πατρίδας μας; Τι επιλέγουμε; Προσκύνημα ή Ανυπότακτα Φρούρια; Ορθολογισμό ή Πίστη; Κρατίδιο ή Έθνος; Εξουσιαστές ή Ηγέτες;
Οι πρόγονοί μας, ο Κολοκοτρώνης, ο Μακρυγιάννης, ο Καραϊσκάκης, Ο Κανάρης, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο Μιλτιάδης, ο Λεωνίδας, ο Θεμιστοκλής και οι αμέτρητοι επώνυμοι και ανώνυμοι ήρωες του Ελληνικού έθνους, στέκονται όρθιοι, με το κεφάλι ψηλά. Περιμένουν την απόκρισή μας.
Τι θα τους πούμε;
Υ.Γ.
«Κράτα γερά μέσα σου τα ζώπυρα της πίστεως που παρέλαβες από τους γονείς σου. Η Ελλάδα είναι η χώρα των μεγάλων αγώνων για την κατίσχυση των μεγάλων ιδανικών. Μην αφήσεις τη χώρα σου να χάσει το χαρακτήρα της και να μετατραπεί σε μάζα ανθρώπων, χωρίς συνείδηση, χωρίς εθνικότητα και χωρίς ταυτότητα. Μέσα σ’ αυτή τη μάζα κινδυνεύεις να γίνεις ένα νούμερο, ένας αριθμός, να χάσεις την ελευθερία της προσωπικότητάς σου. Αδελφοί, μείνατε εδραίοι και αμετακίνητοι σε όσα μάθατε και σε όσα επιστώθητε. Μείνατε σταθεροί στην πίστη και στα ιδανικά του Γένους. Αυτό είναι το χρέος μας.»
Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου