Τρίτη 5 Μαΐου 2020

Ρημαγμένες ψυχές... οἱ σημερινοί ἄνθρωποι τοῦ Φώτη Κόντογλου


Σύγχυση καί ταραχή καί χάος ἀνάμεσα στά ἔθνη! Ταραχή καί σάστισμα καί χάος καί στούς ἀνθρώπους, ἕναν-ἕναν. Ποῦ νά βρεθεῖ κανένας νά πορεύεται στή ζωή του μ᾿ ἕναν ὑψηλόν σκοπό, μέ σταθερότητα καί ἐλπίδα! Σπάνιο πρᾶγμα.
Οἱ σημερινοί ἄνθρωποι ἔχουνε γίνει οἱ περισσότεροι κάποια πλάσματα ἄδεια ἀπό κάθε ζωντανή ἰδέα, πού νά τούς κάνει νά ἀρμενίζουμε μέσα στό πέλαγος τῆς ζωῆς χαρούμενοι καί ζωηροί, σάν τό καράβι πού εἶναι φορτωμένο μέ καλό φορτίο, καί, γεμᾶτο ἐλπίδα καί λαχτάρα, τραβᾶ κατά τό περιπόθητο λιμάνι, ἀνάμεσα σέ ξέρες κι ἄγρια βραχόνησα.
Σήμερα βρίσκει κανένας συχνά μπροστά του ἀνθρώπους πού εἶναι τόσο κούφιοι ἀπό κάθε τι, πού νά ἀπορεῖ, γιατί δέν πίστευε νά ὑπάρχει στόν κόσμο τόση ἀνοησία, τόση στενομυαλιά, τόση στενοκάρδια καί μικρολογία. Σ᾿ αὐτές τίς στεγνές ψυχές δέν ὑπάρχει τίποτα πού νά σέ ζεστάνει, ἄς εἶναι καί τό παραμικρό. Δέν μιλῶ γιά ἐξαιρετικά αἰσθήματα, γιά κάποια σπάνια εὐαισθησία. Ὄχι! Μιλῶ γιά τά συνηθισμένα αἰσθήματα, πού ἄλλη φορά βρισκόντανε σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ναί, σήμερα δέν ὑπάρχουνε. Σχεδόν ὅλοι οἱ σημερινοί ἄνθρωποι περνᾶνε τή ζωή τους ξεπλυμένοι ἀπό κάθε οὐσία, δίχως κανέναν ἀληθινόν σκοπό, δίχως ἀληθινή χαρά καί εὐχαρίστηση, δίχως καμμιά πίστη, καί γιά τοῦτο, δίχως ἐλπίδα. Εἶναι γαντζωμένοι ἀπάνω σέ κάποια πράγματα, πού θέλουνε νά τά παραστήσουνε γιά σπουδαῖα, ἐνῶ δέν εἶναι τίποτα. Κι οἱ χαρές τους κι οἱ εὐτυχίες τους καί τά γλέντια τους, κι οἱ διασκεδάσεις τους, κι οἱ κουβέντες τους καί τά ἀστεῖα τους, εἶναι ὅλα ἄνοστα καί ψεύτικα. Γιατί λείπει τό ἁλάτι πού τά ἄρτυζε ἄλλη φορά.
Καί τό ἁλάτι εἶναι ἡ πίστη πώς ὁ ἄνθρωπος δέν ἦρθε στόν κόσμο κατά τύχη, ἀλλά πώς ἔχει νά κάνει, σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, ἕνα ἔργο, μικρό ἤ μεγάλο, καί πώς δέν ξοφλᾶ μέ τούτη τή ζωή, ἀλλά πώς ὑπάρχει κάποια μυστηριώδης τάξη κατά τήν ὁποία ἀνοίγει μία ἄλλη πόρτα, σάν κλείσει ἡ πόρτα τούτης τῆς ζωῆς. Ὅπου ὑπάρχει πίστη, ὑπάρχει καί ἐλπίδα, κι ὅσο δυνατώτερη εἶναι ἡ πίστη, ἄλλο τόσο βεβαιότερη εἶναι ἡ ἐλπίδα. Χωρίς ἐλπίδα, δέν γίνεται μήτε εὐτυχία, μήτε εἰρήνη μέσα στόν ἄνθρωπο. Τ᾿ ἄλλα ὅλα πού λένε οἱ σαστισμένοι φιλόσοφοι, εἶναι ψευτιές. Γιά τοῦτο, οἱ ἀπελπισμένοι χαλᾶνε τόν κόσμο γιά νά ξεχάσουνε τήν ἀπελπισία τους, κάνουνε μεγάλη φασαρία γιά τήν καλοπέραση, γιά τίς τέχνες, γιά τά ταξίδια, γιά τίς ἀπολάψεις.
Ὅλα αὐτά εἶναι μία θλιβερή σκηνοθεσία, μιά ἀξιοθρήνητη ἀπάτη. Γιά νά γεμίσουνε τό ἄδειο πιθάρι πού εἶναι ὁ ἑαυτός τους, ρίχνουνε μέσα ὅ,τι μπορέσουνε, ὥστε νά ξεγελαστοῦνε πώς ζοῦνε, ἀπολαβαίνουνε τή ζωή, ἐνῶ στ᾿ ἀληθινά εἶναι σάν τά τρύπια πιθάρια τῶν Δαναΐδων, χαρτοφάναρα πού φαντάζουνε ἀπ᾿ ἔξω πώς εἶναι κάτι.  Τέτοια εἶναι ἡ τρομερή δραστηριότητα τοῦ καιροῦ μας, πού γεμίζει τόν κόσμο ἀπό βροντές καί ἀστραπές, ἐνῶ, κατά βάθος, εἶναι ἕνας γκαζοτενεκές, πού τόν χτυπᾶνε ἐκεῖνοι πού λένε πώς ζοῦνε κι ἀπολαβαίνουνε «τή μεγάλη ζωή», γιά νά διώξουνε τά μαῦρα κοράκια τῆς ἀπελπισίας, πού τριγυρίζουνε ἀπό πάνω τους. Τρομάζουνε ν᾿ ἀπομείνουνε μοναχοί μέ τόν ἑαυτό τους, μήτε κἄν λίγα λεπτά, γιατί ἀλλιῶς θά νοιώθανε τήν ἀθλιότητά τους. Μά πῶς ὅμως μπορεῖ νά ζήσει ἀληθινά ἕνας ἄνθρωπος πού φοβᾶται τόν ἑαυτό του, κρύβεται ὁλοένα ἀπό τόν ἑαυτό του;

Καί ὅμως, αὐτή εἶναι ἡ ζωή γιά τούς περισσότερους σημερινούς ἀνθρώπους. Καμμιά θέρμη, κανένας ἀνώτερος καί σίγουρος σκοπός, κανένα μεράκι, καμμιά ἔμορφη μανία πού νά᾿χει βαθύτερες ρίζες. Παγερή ἀδιαφορία, ὕπνος ψυχικός, ὀκνηρία πνευματική, φόβος, κρυφή ἀπελπισία, καί πολλή φασαρία γιά νά σκεπαστεῖ ἡ ἀμηχανία. Κι ἡ φασαρία εἶναι ἀνοησίες, κουτσομπολιό, ἀνόητες κουβέντες, χαρτάκια, ποτά, σκάνδαλα, ἐγκλήματα, κάθε μικρολογία, πού τήν παίρνουνε στά σοβαρά, ἐνῶ κανένα σοβαρό πρᾶγμα δέν βρίσκει θέση μέσα στά ζαλισμένα μυαλά τους καί στίς ἀποσυντεθειμένες ψυχές τους. Ἀπό πνευματικό, δέν ὑπάρχει τίποτα. Δέν λέγω πνευματικό αὐτό πού λένε πνευματικό οἱ φιλόσοφοι, οἱ λογοτέχνες καί γενικά ἐκεῖνοι πού λέγονται «διανοούμενοι», ἀλλά αὐτό πού εἶναι πνευματικό γιά τή χριστιανική θρησκεία, δηλαδή ἡ πίστη στόν αἰώνιον κόσμο πού μᾶς ἀποκάλυψε ὁ Χριστός. Μοναχά αὐτή ἡ πίστη δίνει στόν ἄνθρωπο τήν ἐλπίδα, καί χωρίς τήν ἐλπίδα τῆς αἰώνιας ζωῆς, οἱ λογῆς-λογῆς εὐδαιμονίες εἶναι λογῆς-λογῆς ψευτιές. Στό κουτί πού κρατοῦσε τότε ἡ Πανδώρα, ἀπόμεινε ἡ ἐλπίδα, ἀφοῦ πετάξανε ἀπό μέσα ὅλα τά καλά, μά τό κουτί πού βαστᾶνε οἱ σημερινοί ἄνθρωποι, καί πού διατυμπανίζουνε πώς ἔχει μέσα κάθε εὐτυχία, εἶναι ὁλότελα ἄδειο. Γιά τοῦτο ὁ θεόγλωσσος Ἀπόστολος Παῦλος λέγει πώς οἱ ἄπιστοι εἶναι «οἱ μή ἔχοντες ἐλπίδα», οἱ ἀπελπισμένοι.
Λοιπόν, σήμερα βρισκόμαστε σέ ἐλεεινή κατάσταση, κι ἄς μή τό λέμε, ζητώντας παρηγοριά στή φασαρία μιᾶς ψεύτικης ζωῆς. Ἡ ἀπιστία εἶναι θρονιασμένη μέσα στήν καρδιά μας, καί γύρω της εἶναι τά παιδιά της, ἡ ἀπελπισία, ἡ πνευματική νάρκη, ἡ ἀναισθησία, ὁ φόβος, ἡ ἀδιαφορία, ἡ ψευτοπαρηγοριά, ἡ μικρολογία, ἡ καχυποψία, τό συμφέρον, τό μῖσος, ἡ ἀσπλαχνία.
Ἡ νεότητα μαραζώνει γιατί δέν ἔχει, ἡ δυστυχισμένη, μήτε σκοπό στή ζωή της, μήτε ἐνθουσιασμό γιά κάποιες ἰδέες, μήτε ὄρεξη γιά τίποτα. Ἄκεφη κι ἀνόρεχτη. Εἶναι σάν ὑπνοβάτης. Συζητᾶ ὁλοένα γιά ἀσήμαντα πράγματα πού τούς δίνει μεγάλη σημασία, καί εἶναι νά κλαίγει κανένας ἀκούγοντας τίς κουβέντες της, τά πειράγματά της, καί βλέποντας τίς ἀνόητες σκηνοθεσίες, πού μ᾿ αὐτές προσπαθεῖ νά δώσει κάποια σημασία στή ζωή. Οἱ ψυχές τῶν νέων εἶναι ρημαγμένες ἀπό τά ἄγρια ἔνστικτα, πού τά ἀνεβάσανε στήν ἐπιφάνεια ἀπό τά σκοτεινά τάρταρα τῆς ἀνθρώπινης φύσης, κάποιοι ἐχθροί τοῦ ἀνθρώπου, κάποιοι πνευματικοί ἀνθρωποφάγοι, πού ἀνάμεσά τους πρωτοστατεῖ ἕνας τρελλός λύκος λεγόμενος Νίτσε, μιά μούμια σάν παληόγρηα λεγόμενη Βολταῖρος, κάποιος ζοχαδιακός Φρόϋντ, κι ἕνα πλῆθος ἀπό τέτοια ὄρνια καί κοράκια καί νυχτερίδες. Ὅσοι τούς θαυμάζανε, ἄς καμαρώσουνε σήμερα τά φαρμακερά μανιτάρια πού φυτρώσανε μέσα στίς καρδιές καί στίς ψυχές τῆς γαγγραινιασμένης ἀνθρωπότητας.
(Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Φώτη Κόντογλου  Μυστικά Ἂνθη, ἐκδ. «Ἀστήρ», 1987, σ 109-112)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου